Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Φέτος δεν θα στολίσω



Photo: Γιώργος Τάντσης
Photo: Γιώργος Τάντσης
1 εικόνα
του Αντίνοου Αλμπάνη Σχόλια
Μια γιορτή κι ένας χορός. Να γιορτάσω; Να χορέψω; Και τα δυο μαζί; Γιατί; Πότε άλλαξαν όλα κι εμένα δεν με παίζουν; Ποιοι παίζουν και που; Έρχονται στιγμές που νιώθεις πως ο,τι ήξερες, ο,τι σε έμαθαν και όλα όσα σε εκπαίδευσαν, δεν μπορούν να εφαρμοστούν πια πουθενά. Χωρίς να σε ρωτήσουν. Τώρα ακούς μόνο παλαμάκια και χορεύεις. Σε ακαθόριστο ρυθμό. Ακόμη κι αν δεν θες, αν κουράστηκες. Η πόλη αλλάζει, γιορτάζει. Κι εσύ; Δεν γελάς; Δεν χαίρεσαι; Δε χορεύεις; Γιατί; Εξαρτάται... Όλα εξαρτώνται... Ακόμη κι η ευτυχία. Μάθαμε να βασίζουμε τις ζωές μας σε ότι μας ορίζει. Ξεχάσαμε να κοιτάζουμε μέσα. Από φόβο κι από ντροπή.
Μήπως τελικά συνειδητοποιήσουμε πως η ίδια μας η ύπαρξη είναι μια φούσκα. Χωρίς αρχή, χωρίς τέλος και τελικά με στόχους που δεν είναι δικοί μας. Ξεχάσαμε να κοιτάζουμε στα μάτια. Όχι των άλλων, τα δικά μας μάτια. Ξεχάσαμε να ψάχνουμε την αλήθεια. Όχι των άλλων, τη δική μας. Ξεχάσαμε, ξεχνάμε... Και κάπως έτσι όλα γυρίζουν στο μηδέν, στο τίποτα. Και πάνω που μηδενίζει ο μετρητής, αρχίζουμε πάλι τα ίδια λάθη. Με την ίδια μανία. Λες και προγραμματιστήκαμε να ζούμε σε λούπα. Κι ο ρυθμός αλλάζει και μας ξεγελά. Από ταγκό σε τσιφτετέλι κι από ζεϊμπέκικο σε χάουζ κι όλο από την αρχή. Κι εμείς νομίζουμε ότι αλλάζουμε. Ότι προχωράμε. Και το γιορτάζουμε χορεύοντας με λύσσα αδιαφορώντας ποιον πατάμε, αν κλωτσάμε, αν σπρώχνουμε. Αρκεί που χορεύουμε και που το γιορτάζουμε. Κι όταν σταματήσει ο ρυθμός, κοιτάζουμε με μάτια γουρλωμένα, χαμένα, δίχως να ξέρουμε που να πάμε και πως να κουνήσουμε τους ώμους. Και κάποιος φταίει γι αυτό. Πάντα. Κάποιος άλλος. Εμείς ποτέ. Εμείς δεν ξέρουμε, εμάς έτσι μας έμαθαν, έτσι μας είπαν, έτσι μας δίδαξαν. Και περιμένουμε το ρυθμό ξανά. Δεν είμαστε σε θέση να αυτοσχεδιάσουμε, να χορέψουμε κόντρα τέμπο. Γιατί κάποιος θα κοιτάξει και θα γελάσει. Κι εμάς θα μας νοιάζει. Πολύ. Γιατί γίναμε όλοι επαγγελματίες. Γιατί δε χορεύουμε για μας. Μόνο για τους άλλους. Μόνο για επιβεβαίωση κι αποδοχή.
Και οι γιορτές έρχονται και όλα γυαλίζουν. Κι εμείς θαμπωνόμαστε από τα φώτα και δεν βλέπουμε τη δυστυχία που φωτίζουν. Γιατί έτσι. Δεν μας αφορά. Αρκεί που φωτιζόμαστε και μπορούμε να ξεχάσουμε. Για ακόμη μια χρονιά. Να διασκεδάσουμε τους φόβους και τον πόνο. Φέτος δε θα στολίσω. Όχι από μιζέρια. Επειδή θέλω να γιορτάσω πολύ. Επειδή βαρέθηκα η γιορτή να έχει αρχή και τέλος. Επειδή θέλω να γιορτάζω κάθε μέρα, όλο το μήνα, όλους τους μήνες. Χωρίς αφορμή. Άπλα. Γιατί είναι ωραίο να ζεις. Από μόνο του. Είναι ωραίο στ’αληθεια. Και αξίζει και χορούς και γιορτές. Η ανθρωπιά δεν θέλει καύσιμο. Είμαστε πολλά περισσότερα από αυτά που μας πείσανε. Τώρα είναι η ώρα να το δούμε. Τώρα πρέπει να γίνουμε φάλτσοι, ατσούμπαλοι, άσχημοι, χοντροί, με στραβά δόντια και γυαλιά μυωπίας. Στραβοί αλλά άνθρωποι. Γιατί το νορμάλ σάπισε!
*Ο Αντίνοος Αλμπάνης είναι ηθοποιός παίζει στο Γυάλινο Κόσμο του Τένεσι Γουίλιαμς στο Θέατρο Δημήτρης Χορν και στην παράσταση I will survive στο Θέατρο Θησείον. Επίσης, πρωταγωνιστεί στην ταινία Το τανγκό των Χριστουγέννων.
ένα άρθρο των πρωταγωνιστών

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αναξίμανδρος (610-540 π.X.)

Γέννηση, θάνατος, άπειρο », 23 Μαΐου 2011 Επιστήμες / Μορφές της Επιστήμης & της Τεχνολογίας   Αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Αστρονομίας και των Φυσικών Επιστημών - Πανεπιστήμιο Αθηνών Στράτος Θεοδοσίου Στην φιλοσοφία του Αναξίμανδρου, το άπειρο, που ήταν αθάνατον και ανώλεθρον, ήταν η πρωταρχική κοσμική ουσία από την οποία απορρέουν τα πάντα και στην οποία τελικά επιστρέφουν τα πάντα. Από αυτό γεννιούνταν και σε αυτό επέστρεφαν αλληλοδιαδόχως άπειροι κόσμοι. των Στράτου Θεοδοσίου, επίκουρου καθηγητή, και Μάνου Δανέζη , αναπληρωτή καθηγητή, Τμήμα Φυσικής – Πανεπιστήμιο Αθηνών και Milan Dimitrijevic , Astronomical Observatory of Belgrade, Serbia Την ίδια εποχή με τον Θαλή έδρασε, επίσης στην Μίλητο, ο μαθητής και διάδοχος στην Σχολή του, ο Αναξίμανδρος (610-540 π.X.), ο οποίος, όπως παραδέχονται όλοι οι μελετητές εκείνης της περιόδου, ήταν ισάξιος του διδασκάλου του και ο πρώτος που μαζί

Είχε Δίκιο η Αντιγόνη ή ο Κρέων;

Επανερχόμαστε   στα παλιά ερωτήματα. Είχε άραγε κάπου δίκιο η Αντιγόνη (ή εξ ολοκλήρου δίκιο); Και είχε άραγε ο Κρέων κάποιο άδικο (ή εξ ολοκλήρου άδικο); Δεν είναι βέβαιο ότι αυτά είναι τα πιο ενδιαφέροντα ερωτήματα που θα μπορούσε κανείς να θέσει για το έργο, τουλάχιστον έτσι ωμά διατυπωμένα. Ή μάλλον θα μπορούσε ο Σοφοκλής ο ίδιος να τα έχει κάνει πιο ενδιαφέροντα —και πιο δύσκολα— όμως οι επιλογές του ήταν άλλες. Υπήρχε σύγκρουση —μια σύγκρουση εγελιανού τύπου— μεταξύ των δικαιωμάτων της οικογένειας και των δικαιωμάτων της πολιτείας. Και αρχικά φαίνεται σαν ο Σοφοκλής να πρόκειται να αναπτύξει το έργο του με βάση αυτή τη σύγκρουση, όταν η Αντιγόνη εμφανίζεται στον Πρόλογο του δράματος προσηλωμένη ειδικά στην οικογένεια και έκδηλα αδιάφορη απέναντι στην πολιτεία, ενώ ο Κρέων με το διάγγελμα του αμέσως μετά την Πάροδο (πολύ σημαντική τοποθέτηση σε αρχαίο ελληνικό δράμα) αναλαμβάνει τη θέση του εκφραστή της πόλεως, με την έκκληση έξαφνα που απευθύνει να υποταχθούν οι προσωπικέ

O ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ: Ο άνθρωπος μετά το θάνατό του δεν περνά στην ανυπαρξία, ο νεκρός δεν είναι «μηδέν», αλλά μετέχει στο «είναι» έχει την ικανότητα να αισθάνεται και αναμένει (μέσω της μετεμψύχωσης) την επιστροφή του στον ορατό κόσμο.

O ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ Ο Παρμενίδης ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Ελέα της Μεγάλης Ελλάδας στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., σε ένα περιβάλλον επηρεασμένο από τις απόψεις του Πυθαγόρα και του Ξενοφάνη. Θεωρείται η πλέον πρωτότυπη μορφή της προσωκρατικής σκέψης. Σε αντίθεση με τους Ίωνες φυσιολόγους δεν αναζητά την ενότητα του κόσμου σε μια φυσική ουσία, αλλά στην ίδια την «οντότητα» των πραγμάτων που μας περιβάλλουν, στο είναι όλων των όντων και όλων των πραγμάτων. Ο Παρμενίδης εκθέτει τη φιλοσοφία του σε έμμετρο λόγο (δακτυλικό εξάμετρο), επιθυμώντας πιθανώς να την παρουσιάσει ως αποτέλεσμα θείας αποκάλυψης. Στο προίμιο του ποιήματoς περιγράφεται το ταξίδι του ποιητή πάνω σε άρμα, καθοδηγούμενο από κόρες του ΄Ηλιου σε μια ανώνυμη θεά. Ακολουθεί η Αλήθεια, στην οποία μιλά η θεά επιχειρώντας μια προσέγγιση της καρδιάς της αλήθειας.     «αλλά ωστόσο θα μάθεις και τούτο, πως τα δοκούντα θα έπρεπε να είναι απολύτως δεκτά, όλα δεκτά στο σύνολό τους ως όντα». Παρουσιάζοντας τα φα