Οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται σε ιδιαίτερα κρίσιμο σημείο. Είναι πολύ πιθανόν η κυβέρνηση (είτε η σημερινή, είτε αυτή που θα προκύψει σύντομα από τις επικείμενες Βουλευτικές εκλογές), να βρεθεί αντιμέτωπη με ιστορικά διλήμματα.
Ίσως υποχρεωθεί να πάρει αποφάσεις καθοριστικές για το μέλλον του Ελληνισμού.
Η Τουρκία , εγείρει αξιώσεις επί της ελληνικής κυριαρχίας σε δεκάδες νησιά του Αιγαίου (165 κατά τον εκπρόσωπο του Τουρκικού ΓΕΕΘΑ)! Και μεθοδεύει την αναγνώριση της μουσουλμανικής (Θρησκευτικής) μειονότητας της Θράκης σε τουρκική κοινότητα. Την ίδια επιθετική και διεκδικητική πολιτική η Τουρκία εφαρμόζει και στην Κύπρο, με εμφανή στόχο την διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και ακολούθως την πολιτικο-στρατιωτική ομηρία της Μεγαλονήσου, μέσω ενός σχεδίου παρεμφερούς, με το αλήστου μνήμης τερατούργημα, του σχεδίου Ανάν.
Ο επικεφαλής της τουρκικής Διπλωματίας και διακεκριμένος Πανεπιστημιακός Αχμέτ Νταβούντογλου, είναι ο θεμελιωτής της θεωρίας των «μηδενικών προβλημάτων» με τα γειτονικά κράτη. Εξαιρεί όμως την Ελλάδα και την Κύπρο. Υποστηρίζει ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών, ότι η διασφάλιση των τουρκικών συμφερόντων σε Αιγαίο, Θράκη και Κύπρο, είναι ζωτικής σημασίας στόχος, για την τουρκική διπλωματία, αφού αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση, για την κατοχύρωση του γεωπολιτικού ρόλου της Τουρκίας, ως περιφερειακής υπερδύναμης.
Η Ελλάδα, σύμφωνα με τα σχέδια Ερντογάν- Νταβούντογλου, θα υποχρεωθεί πιεζόμενη διπλωματικά και στρατιωτικά, να καταβάλει, μέσω «διαλόγου», το πολιτικό αντίτιμο μιας στρατιωτικής ήττας!
Είναι η διπλωματική μέθοδος που οδηγεί στην διαμόρφωση σχέσεων υποτέλειας της Ελλάδας με την Τουρκία και τελικά, στην «επίλυση» των διμερών ελληνοτουρκικών προβλημάτων , δηλαδή σύμφωνα με την θεωρία Νταβούντογλου στο «μηδενισμό των προβλημάτων» με τα γειτονικά κράτη!!
Διπλωματικοί αναλυτές αποδίδουν τη νέα προκλητική τουρκική πολιτική , σε ένα ευρύ φάσμα ταυτόχρονων επιδιώξεων της Τουρκίας, όπως:
- να παρενοχλήσει τις κυπριακές έρευνες για πετρέλαια, σε μια περιοχή που εμφανίζεται όλο και πιο ενδιαφέρουσα
- να εγγράψει πάγιες υποθήκες διεκδίκησης στην ελληνική και κυπριακή υφαλοκρηπίδα
- να εντείνει τις πιέσεις σε Λευκωσία-Αθήνα να μη φέρουν αντιρρήσεις στη συνέχιση της τουρκικής πορείας ένταξης στην Ε.Ε.
- να «γκριζάρει» τη θαλάσσια περιοχή γύρω από το Καστελλόριζο, που είναι ο στρατηγικός «κρίκος» που συνδέει τον ελληνικό με τον κυπριακό χώρο και, ταυτόχρονα, θεμελιώνει μεγάλα ελληνικά δικαιώματα στην Ανατολική Μεσόγειο.
- να πλήξει τον αμυντικό δεσμό Ελλάδας-Κύπρου, ώστε να εντείνει το αίσθημα απομόνωσης των Κυπρίων και το αίσθημα «ωχ αδερφέ με την Κύπρο» των Ελλαδιτών, διευκολύνοντας έτσι την έγκριση μη βιώσιμης λύσης στο κυπριακό, σύμφωνης με τις επιδιώξεις της
Ανατρέπονται όμως άρδην τα τουρκικά σχέδια, εφόσον η Ελληνική Κυβέρνηση αποφασίσει να αντιδράσει , καταρχήν σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο, χωρίς όμως, να αποκλείει ακόμη και την αξιοποίηση των Ενόπλων μας Δυνάμεων, ως έσχατο μέσο, για την κατοχύρωση της Εθνικής μας Κυριαρχίας. Πρωτίστως όμως η Κυβέρνηση, θα πρέπει βελτιώσει την διεθνή εικόνα της Ελλάδας. Στο σημερινό ασταθές και έντονα συγκρουσιακό διεθνές περιβάλλον, μόνο τα ισχυρά κράτη μπορούν να επιβιώσουν.
Όμως η πολιτική που ακολουθεί η Ελληνική Διπλωματία υπό την κα Ντόρα Μπακογιάννη αποδεικνύεται ανεπαρκής και πολύ δύσκολα θα αποτρέψει , μέσω της διπλωματίας, τα τουρκικά σχέδια σε βάρος της Ελληνικής Κυριαρχίας.
Αναθεώρηση βασικών επιλογών
Η Ελληνική Κυβέρνηση αντιμετωπίζει μέχρι τώρα την προκλητική συμπεριφορά της Τουρκία, με ψυχραιμία και νηφαλιότητα.
Και αυτό διότι η Ντόρα Μπακογιάννη φαίνεται ότι έχει επιβάλλει την άποψή της, ότι οι παραβιάσεις του εθνικού μας εναερίου χώρου και οι υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά οπλισμένων τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών, δε μπορούν να αλλάξουν το κυριαρχικό καθεστώς του Αιγαίου!
Είναι όμως έτσι;
Η πτήσεις τουρκικών στρατιωτικών αεροσκαφών εντός του εθνικού εναέριου χώρου της Ελλάδας, καθώς επίσης και οι υπερπτήσεις πάνω από τις στέγες των Ελλήνων κατοίκων των ακριτικών νησιών του Αιγαίου, συνιστούν έμπρακτη αμφισβήτηση της εθνικής μας κυριαρχία και είναι παράνομες, αφού παραβιάζουν κάθε διεθνή συνθήκη και κάθε έννοια δικαίου.
Βέβαια, η κρίση στα Ίμια (1996), αλλά και η Συμφωνία της Μαδρίτης (1997), τεράστιες διπλωματικές επιτυχίες της Τουρκίας (Τ.Τσιλέρ και Σ.Ντεμιρέλ) σε βάρος της Ελλάδας (Κ. Σημίτης και Θ.Πάγκαλος), «γέννησαν» τη θεωρία των «γκρίζων ζωνών» και την ελληνική παραδοχή, ότι η Τουρκίας έχει ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο! Κλασικό παράδειγμα υπεροχής της στρατιωτικής ισχύος και της πολιτικής αδιαλλαξίας, σε βάρος της νομιμότητας και της σύνεσης (υποχωρητικότητα).
Ωστόσο, αν η Ελληνική Κυβέρνηση συνεχίσει τη σημερινή πολιτική της ανοχής στην αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας στο Αιγαίο, τότε, αργά ή γρήγορα, θα υποχρεωθεί σε διάλογο ή επιδιαιτησία για το καθεστώς του Αιγαίου, με κίνδυνο να εκχωρήσει κυριαρχικά της δικαιώματα!
Ήδη αμερικανοί Κυβερνητικοί αξιωματούχοι, αλλά και αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ, «συμβουλεύουν» την Αθήνα να κάνει διάλογο με την Τουρκία για τα Αιγαίο. Εκτιμάται ότι, αν οι φιλικές υποδείξεις από ΗΠΑ και ΝΑΤΟ προς την Αθήνα για «συνεργασία» με την Άγκυρα, δεν είναι αποδοτικές, τότε είναι πιθανόν , οι επόμενες υποδείξεις να μην είναι και τόσο φιλικές…
Είναι όμως ευθύνη της Ελληνικής Κυβέρνησης να πείσει τη διεθνή κοινότητα, ότι η παραβατική συμπεριφορά της Τουρκίας δεν είναι μόνο διμερές ελληνοτουρκικό πρόβλημα. Είναι κυρίως πρόβλημα διεθνούς νομιμότητας. Η Τουρκία συμπεριφέρεται ως κράτος ταραξίας και απειλεί, με την αναθεωρητική της πολιτική , τη σταθερότητα και την ασφάλεια την εύφλεκτη περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Επίσης, η αντιμετώπιση των επιθετικών της βλέψεων της Τουρκίας προς την Ελλάδα, θα είναι πιο αποτελεσματική, αν καταδεικνύεται ως υπόλογο έναντι της Διεθνούς νομιμότητας, κάθε δυτικό πρώην ή και νυν αποικιοκρατικό κράτος π.χ. Βρετανία, που στηρίζει τις παράνομες διεκδικήσεις της,.
Και ακόμη, δεν είναι δυνατόν η Τουρκία να είναι σε τροχιά ένταξης στην Ε.Ε. και να συνεχίζει να απειλεί με casus beli την Ελλάδα και να αρνείται πεισματικά να αναγνωρίσει την κρατική οντότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας ισότιμου κράτους-μέλους της Ε.Ε..
Ίσως, οι συνθήκες να έχουν ωριμάσει, ώστε η Ελλάδα να επανεξετάσει την πολιτική της αμέριστης υποστήριξης στην ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, πριν η πολιτική αυτή εξελιχθεί σε σουρεαλιστικό θέαμα, με αυτονόητες επιπτώσεις στο διεθνές κύρος και την αξιοπιστία της Ελλάδας. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει, εφόσον η Ντόρα Μπακογιάννη, ως επικεφαλής της ελληνικής διπλωματίας θα επιμένει να ταυτίζει την ελληνική διπλωματία με τις στρατηγικές επιλογές των ΗΠΑ. Ειδικά μάλιστα όταν είναι σαφές ότι η αμερικανική πολιτική στην περιοχή μας, είναι κραυγαλέα φιλοτουρκική. .
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου