Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Μόνο μία φορά...

Ερχονται στιγμές, ίσως μία φορά στη ζωή μας, που καλούμαστε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων.
Να υψώσουμε το ανάστημά μας και να πράξουμε κατά συνείδηση. Να επιτελέσουμε το χρέος μας, πιστοί στον όρκο που έχουμε δώσει.
Ερχονται στιγμές που ο δικαστής καλείται απλά να υπερασπιστεί το δίκαιο, να υπερασπιστεί τη νομιμότητα, να υπερασπιστεί αυτά τα οποία ορκίστηκε να υπηρετεί. Μακριά από προκαταλήψεις και σκοπιμότητες. Αρκεί να έχει την επιστημονική κατάρτιση, το θάρρος της γνώμης του και τη συνείδησή του, που στην περίπτωση του δικαστή, εφ' όσον εφαρμόζεται ορθά, μετατρέπεται σε θεία σοφία.
Σ' αυτό δεν χρειάζεται καμία υπέρβαση. Η μόνη υπέρβαση είναι αυτή του εαυτού μας που έχει αναγκαστεί να κύπτει τον αυχένα, που έχει αναγκαστεί να λειτουργεί κατά την εικονιζόμενη βούληση, ακόμη και ασυνείδητα.
Στην υπεράσπιση του δικαίου έναντι του αδίκου, στην υπεράσπιση του αδυνάτου έναντι του δυνατού, στην υπεράσπιση της αλήθειας έναντι του ψέματος σε αυτήν την κρίσιμη περίοδο που δοκιμάζονται αρχές, αξίες και κοινωνικές κατακτήσεις, δίπλα στο δικαστή στέκεται ο δικηγόρος, όχι με την επαγγελματική αλλά με την κοινωνική του ιδιότητα, συνδυάζοντας τη δύναμη της γνώσης με το καθήκον υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που βάλλονται βάναυσα στη χώρα του Μνημονίου.
Αιφνιδιαστήκαμε δυσάρεστα που για πρώτη φορά το ΣτΕ δημοσίευσε σε δελτίο Τύπου πριν από τη συζήτηση της υπόθεσης του Μνημονίου εν περιλήψει το περιεχόμενο της απορριπτικής εισήγησης, που ως αποτέλεσμα είχε να δημιουργηθεί ένα κλίμα αμηχανίας και ανησυχίας στους πολίτες για την έκβαση της δίκης. Αιφνιδιαστήκαμε δυσάρεστα επίσης όταν αμφισβητήθηκε με την εισήγηση το δικαίωμα υπεράσπισης του θεσμικού και κοινωνικού ρόλου των δικηγορικών συλλόγων και το κατοχυρωμένο από το νόμο και τη μέχρι σήμερα νομολογία του ΣτΕ δικαίωμα να προσφεύγει ενώπιον της Δικαιοσύνης για θέματα ευρύτερου κοινωνικού και εθνικού ενδιαφέροντος, με την αιτιολογία ότι «εγκαταλείφθηκε», αφού έχει να ασκηθεί από το 1977!!


Μια τέτοια ερμηνευτική προσέγγιση δεν μπορεί να αιτιολογηθεί με νομικά επιχειρήματα, παρά μόνο να εκληφθεί ως αποτροπή του ΔΣΑ να υπερασπίζεται τον θεσμικό ρόλο που η πολιτεία τού ανέθεσε προ πολλών ετών, αλλά που στις παρούσες περιστάσεις και χρονικές συγκυρίες ίσως για κάποιους να μοιάζει περιττός ή ενοχλητικός, ίσως όμως και επικίνδυνος για νοοτροπίες και αντιλήψεις που δεν ανέχονται, δεν διανοούνται θεσμικές αποστολές και ρόλους προσανατολισμένους στην υπεράσπιση των θεσμών, του Κράτους Δικαίου, της Δημοκρατίας.
Η αμφισβήτηση του ρόλου των κοινωνικών και επιστημονικών συλλόγων ως φορέων και υπερασπιστών των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των Ελλήνων πολιτών, όπως αυτά εκφράζονται είτε ατομικώς είτε μέσω των συνδικαλιστικών τους φορέων, αν πράγματι αποσκοπεί στην αποδυνάμωση και την εξουδετέρωσή τους, είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα: στην ενδυνάμωση του ρόλου τους και μάλιστα μέσα από μια ευρύτερη κοινωνική αναγνώριση και αποδοχή.
Σε μια εποχή που κοινωνικές, πολιτισμικές κατακτήσεις καταστρατηγούνται ή οδηγούνται σε κατάργηση και η ελπίδα του κόσμου στρέφεται στη Δικαιοσύνη, η υιοθέτηση συντηρητικών πρακτικών ή αντιλήψεων εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους, καθώς επιτείνουν το αίσθημα της αδικίας και δυναμώνουν τον κοινωνικό θυμό, με άγνωστα και απρόβλεπτα αποτελέσματα.
Είναι πράγματι λυπηρό, αντί μιας εισήγησης νομικού κειμένου, να παρουσιάζεται ενώπιον της μείζονος Ολομέλειας του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου ένα πολιτικό και κοινωνικό κείμενο, ταυτισμένο απόλυτα με τις κατατιθέμενες απόψεις του υπουργείου Οικονομικών, χωρίς καμία νομική τεκμηρίωση και να αποφαίνεται ότι ουδεμία εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων έχει συντελεστεί, ότι ουδεμία διάταξη του Συντάγματος έχει παραβιαστεί, ότι ελήφθη η πρόνοια οι προκύπτουσες, μετά τη μείωση, αποδοχές και συντάξεις να διατηρούνται σε βιώσιμα επίπεδα.
Αραγε ποιος καθορίζει και μέσα σε ποιο οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο αυτά τα βιώσιμα επίπεδα, τα οποία οδηγούν σταδιακά στην πλήρη απαξία και τον ευτελισμό των άμεσα θιγομένων και της κοινωνίας ως συνόλου;
Μπορούμε λοιπόν μετά ταύτα να πανηγυρίζουμε ότι ουδέν μεμπτόν σημειώθηκε, ότι όλα έγιναν νομότυπα και όπως το Σύνταγμα και οι νόμοι ορίζουν. Κατά τα λοιπά, όλα αυτά που είναι καταγεγραμμένα στο Μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση, σύμφωνα με τα οποία παραιτούμαστε «άνευ όρων και αμετάκλητα» από την ασυλία της κυριαρχίας που κάθε οργανωμένο κράτος διαθέτει και δεν απεμπολείται, είναι στη φαντασία των Ελλήνων πολιτών, όπως επίσης στη φαντασία τους είναι όλα όσα έχουν αποτυπωθεί στις διεθνείς συμβάσεις περί περιορισμού της εθνικής κυριαρχίας, που και ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει τονίσει.
Φαίνεται όμως ότι κάποιοι το βλέπουν με το δικό τους συντηρητικό και επιλεκτικό μάτι. Ο νομικός κόσμος της χώρας οφείλει να υψώσει το ανάστημά του, να προασπίσει από κοινού το Κράτος Δικαίου, το κύρος της Δικαιοσύνης, το κύρος της Δημοκρατίας. Οι δικηγορικοί σύλλογοι είναι σύμμαχοι και αρωγοί των δικαστών στο ύψιστο έργο που καλούνται να επιτελέσουν, ιδιαίτερα σε μια από τις πιο δύσκολες στιγμές που διέρχεται αυτή η χώρα.
* Πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών - ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΊΑ 

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Αναξίμανδρος (610-540 π.X.)

Γέννηση, θάνατος, άπειρο », 23 Μαΐου 2011 Επιστήμες / Μορφές της Επιστήμης & της Τεχνολογίας   Αναπληρωτής καθηγητής Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Αστρονομίας και των Φυσικών Επιστημών - Πανεπιστήμιο Αθηνών Στράτος Θεοδοσίου Στην φιλοσοφία του Αναξίμανδρου, το άπειρο, που ήταν αθάνατον και ανώλεθρον, ήταν η πρωταρχική κοσμική ουσία από την οποία απορρέουν τα πάντα και στην οποία τελικά επιστρέφουν τα πάντα. Από αυτό γεννιούνταν και σε αυτό επέστρεφαν αλληλοδιαδόχως άπειροι κόσμοι. των Στράτου Θεοδοσίου, επίκουρου καθηγητή, και Μάνου Δανέζη , αναπληρωτή καθηγητή, Τμήμα Φυσικής – Πανεπιστήμιο Αθηνών και Milan Dimitrijevic , Astronomical Observatory of Belgrade, Serbia Την ίδια εποχή με τον Θαλή έδρασε, επίσης στην Μίλητο, ο μαθητής και διάδοχος στην Σχολή του, ο Αναξίμανδρος (610-540 π.X.), ο οποίος, όπως παραδέχονται όλοι οι μελετητές εκείνης της περιόδου, ήταν ισάξιος του διδασκάλου του και ο πρώτος που μαζί

Είχε Δίκιο η Αντιγόνη ή ο Κρέων;

Επανερχόμαστε   στα παλιά ερωτήματα. Είχε άραγε κάπου δίκιο η Αντιγόνη (ή εξ ολοκλήρου δίκιο); Και είχε άραγε ο Κρέων κάποιο άδικο (ή εξ ολοκλήρου άδικο); Δεν είναι βέβαιο ότι αυτά είναι τα πιο ενδιαφέροντα ερωτήματα που θα μπορούσε κανείς να θέσει για το έργο, τουλάχιστον έτσι ωμά διατυπωμένα. Ή μάλλον θα μπορούσε ο Σοφοκλής ο ίδιος να τα έχει κάνει πιο ενδιαφέροντα —και πιο δύσκολα— όμως οι επιλογές του ήταν άλλες. Υπήρχε σύγκρουση —μια σύγκρουση εγελιανού τύπου— μεταξύ των δικαιωμάτων της οικογένειας και των δικαιωμάτων της πολιτείας. Και αρχικά φαίνεται σαν ο Σοφοκλής να πρόκειται να αναπτύξει το έργο του με βάση αυτή τη σύγκρουση, όταν η Αντιγόνη εμφανίζεται στον Πρόλογο του δράματος προσηλωμένη ειδικά στην οικογένεια και έκδηλα αδιάφορη απέναντι στην πολιτεία, ενώ ο Κρέων με το διάγγελμα του αμέσως μετά την Πάροδο (πολύ σημαντική τοποθέτηση σε αρχαίο ελληνικό δράμα) αναλαμβάνει τη θέση του εκφραστή της πόλεως, με την έκκληση έξαφνα που απευθύνει να υποταχθούν οι προσωπικέ

O ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ: Ο άνθρωπος μετά το θάνατό του δεν περνά στην ανυπαρξία, ο νεκρός δεν είναι «μηδέν», αλλά μετέχει στο «είναι» έχει την ικανότητα να αισθάνεται και αναμένει (μέσω της μετεμψύχωσης) την επιστροφή του στον ορατό κόσμο.

O ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ Ο Παρμενίδης ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Γεννήθηκε στην Ελέα της Μεγάλης Ελλάδας στα τέλη του 6ου αι. π.Χ., σε ένα περιβάλλον επηρεασμένο από τις απόψεις του Πυθαγόρα και του Ξενοφάνη. Θεωρείται η πλέον πρωτότυπη μορφή της προσωκρατικής σκέψης. Σε αντίθεση με τους Ίωνες φυσιολόγους δεν αναζητά την ενότητα του κόσμου σε μια φυσική ουσία, αλλά στην ίδια την «οντότητα» των πραγμάτων που μας περιβάλλουν, στο είναι όλων των όντων και όλων των πραγμάτων. Ο Παρμενίδης εκθέτει τη φιλοσοφία του σε έμμετρο λόγο (δακτυλικό εξάμετρο), επιθυμώντας πιθανώς να την παρουσιάσει ως αποτέλεσμα θείας αποκάλυψης. Στο προίμιο του ποιήματoς περιγράφεται το ταξίδι του ποιητή πάνω σε άρμα, καθοδηγούμενο από κόρες του ΄Ηλιου σε μια ανώνυμη θεά. Ακολουθεί η Αλήθεια, στην οποία μιλά η θεά επιχειρώντας μια προσέγγιση της καρδιάς της αλήθειας.     «αλλά ωστόσο θα μάθεις και τούτο, πως τα δοκούντα θα έπρεπε να είναι απολύτως δεκτά, όλα δεκτά στο σύνολό τους ως όντα». Παρουσιάζοντας τα φα