Την ύστατη στιγμή, μια κάθαρση αναπάντεχη έδωσε τέλος στην πολιτική μας
τραγωδία. Η χώρα απέκτησε νέο πρωθυπουργό και μάλιστα όπως ακριβώς
απαιτούσαν οι συνθήκες και η δική μας αγωνία. Η πρώτη του δήλωση, λιτή,
ουσιαστική και χωρίς χειρόγραφο, έσβησε λίγο την κακοφωνία και την
αφόρητη φλυαρία των ημερών.
Η ευφορία, που προκλήθηκε λοιπόν από την επιλογή του, είναι δικαιολογημένη. Όσο για τις ορατές αδυναμίες στην σύνθεση της κυβέρνησης, πρέπει νομίζω να κριθούν με την ματιά των αναγκαίων συμβιβασμών.
Το νέο σκηνικό δεν πρέπει ωστόσο να οδηγήσει στην διαγραφή των γεγονότων και κυρίως του πολιτικού «ήθους» που τα προκάλεσε. Εμείς οι Έλληνες δεν φημιζόμαστε για την ιστορική μας μνήμη. Σε αυτήν άλλωστε την ιδιαιτερότητα οφείλονται πολλά από τα εθνικά μας ολισθήματα.
Είναι λοιπόν αναμφισβήτητο ότι η πρόσφατη περίοδος επιβεβαίωσε μια αλήθεια που καιρό τώρα νιώθουμε: Ότι το πολιτικό μας σύστημα είναι διάτρητο. Δεν αντέχεται. Διότι, καθώς η χώρα ακροβατούσε –και ακόμα ακροβατεί- στο βάραθρο, οι πολιτικοί μας αναλωνόταν όπως πάντα σε μικροκομματικά παιχνίδια και αντεγκλήσεις. Ετσι, ακόμα και την μικρή δόξα της επιδερμικής συναίνεσης τους, δεν μπορούν ουσιαστικά να διεκδικήσουν. Η «υπέρβαση» οφείλεται στα κυνικά τελεσίγραφα των ξένων ηγετών, στους ωμούς εκβιασμούς τους. Υπό άλλες μάλιστα συνθήκες, οι εκβιασμοί αυτοί έπρεπε να συναντήσουν αδιαπραγμάτευτη την περηφάνεια του έθνους.
Εκεί όμως που φτάσαμε, το έθνος έμαθε απλώς να ταπεινώνεται, να αγωνιά για την επόμενη «δόση», να εκλιπαρεί για το αύριο.
Δεν αντέχεται λοιπόν ο πολιτικός μας κόσμος. Μόνον η εξουσία και οι υποσχέσεις της φαίνεται ότι κινούν το ενδιαφέρον του. Τα άλλα, τα ιερά και τά όσια, όπως πατρίδα, εθνική ευθύνη, λαός, σεβασμός των θεσμών χρησιμεύουν απλώς ως προπέτασμα καπνού: Για επιδιώξεις αλλότριες, για τον ανταγωνισμό των ηγετών και των ηγετίσκων, για την επιβίωση ενός συστήματος που πολλά δεινά προξένησε στον τόπο. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το μοιραίο τρίγωνο -Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Πρωθυπουργός, και Αρχηγός της Αντιπολιτεύσεως- που με την αβουλία η τις πράξεις τους η χώρα κινδύνευσε να βυθισθεί αύτανδρη, παράγωγο του ίδιου αυτού συστήματος υπήρξε.
Έξω ωστόσο θερίζουν πάντοτε άρματα δρεπανηφόρα: Επιχειρήσεις κλείνουν και οι άνεργοι πολλαπλασιάζονται, οι νέοι άνθρωποι βυθίζονται στην απόγνωση, η χώρα μοιάζει χωρίς πνοή και προοπτική. Θυμίζει ένα δρόμο που δεν οδηγεί πουθενά, όπως στην φωτογραφία. Το μοναδικό του ίχνος είναι κάποια στάσιμα νερά. Ίσως όμως να κρύβουν μέσα τους και ένα μεγάλο δάκρυ.
Εκείνοι ωστόσο, οι κυρίως υπεύθυνοι, του παρελθόντος η του παρόντος, ούτε μια συγγνώμη, ούτε ένα απλό και ειλικρινές «φταίξαμε» δεν μπόρεσαν κάποια στιγμή να αρθρώσουν.
Στις τηλεοπτικές τους βέβαια παρελάσεις, που διαρκούν από το πρωί ως το βράδυ, τα στελέχη του πολιτικού μας κόσμου συχνά αναφέρονται στο δράμα που ζει σήμερα η πατρίδα. Δεν φαίνεται όμως πραγματικά να τους αγγίζει. Μοιάζουν απλοί παρατηρητές, που μάλιστα φορούν γυαλιά παραμορφωτικά. Είναι ευεξήγητο: Τον τόπο βλέπουν πάντα μέσα από το κομματικό συμφέρον. Ακόμα και οι εκπρόσωποι του κόμματος, που «επανίδρυσε» το κράτος και μας έφερε στο χείλος του γκρεμού, καταγγέλλουν χωρίς αιδώ τα πεπραγμένα των άλλων.
Όσο λοιπόν και αν εκφράζεται κάποτε με υπερβολή, η απαξίωση του πολιτικού κόσμου, που είναι πια διάχυτη, μοιάζει δικαιολογημένη. Το ότι απλώνεται επί δικαίων και αδίκων, είναι φοβούμαι μια συνήθεια της ιστορίας. Έτσι χάνονται και οι εξαιρέσεις, που αναμφισβήτητα υπάρχουν. Στην κοινή όμως συνείδηση, ο πολιτικός κόσμος θυμίζει πια ένα θίασο σκιών, που μόνον οργή προκαλεί για το έργο που έμαθε να παίζει.
Από τα αισθήματα αυτά δεν εξαιρείται δυστυχώς ούτε η αριστερά. Επειδή μάλιστα εκείνη δεν διεκδικεί άμεσα την εξουσία, θα ήταν ευκολότερο να μιλά με παρρησία και ανοικτή καρδιά. Αντ αυτού όμως έχει βυθισθεί ακόμα περισσότερο στα παλαιολιθικά της ιδεολογήματα, και σε ένα κλειστό σύστημα που λίγο επικοινωνεί με την εποχή. Είναι χαρακτηριστική η αντίδραση της στον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, που επιτέλους αποτελούσε μια ισχυρή απαίτηση των πολιτών.
Η εύκολη άλλωστε στρατηγική των κινητοποιήσεων, που παραλύουν κατά καιρούς την χώρα, μήτε την κυβέρνηση συνήθως ενοχλεί, ούτε τους δανειστές μας επηρεάζει. Προσθέτει όμως ακόμα ένα βάρος στην καθημερινή ταλαιπωρία του πολίτη. Ειδικότερα μάλιστα στην Αθήνα, δίδει την χαριστική βολή σε ένα κέντρο που κάποτε έσφυζε από ζωή, και σήμερα έχει παραδοθεί στα δακρυγόνα και την ερημιά.
Η απαξίωση λοιπόν του πολιτικού μας συστήματος, ενώ κάπως επιβραδύνθηκε με τις πρόσφατες συναινετικές κινήσεις, δεν είναι ένα επικαιρικό φαινόμενο. Το αντίθετο: Αγγίζει τα όρια των πολιτικών μας θεμελίων, και απαιτεί ρήξεις και τομές για να απαλυνθεί η δυναμική του• η, ακόμα πιο επικίνδυνο, για να μην εκτραπεί σε εμφύλια βία.
Με την διαφορετική αυτή οπτική, η απαξίωση του πολιτικού συστήματος είναι ένα φαινόμενο ελπιδοφόρο. Αποτελεί μια ρωγμή στην ιστορία του τόπου. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο ότι η ρωγμή αυτή διευρύνθηκε από την πρόσφατη αντίδραση, την άμεση και απόλυτη, ορισμένων βουλευτών και της κοινής γνώμης. Έτσι ματαιώθηκε η ύστατη, θλιβερή απόπειρα να αλωθεί και η νέα κυβέρνηση από κάποια κομματικά κατεστημένα.
Έχω μάλιστα την ελπίδα –όπως και πολλοί άλλοι– ότι η ρωγμή αυτή θα αντέξει και θα βρεί τον τρόπο να εκφρασθεί στον άνεμο των εκλογών, που έχουν ήδη δρομολογηθεί. Για κάθε Έλληνα που αγαπά τον τόπο του, το αίτημα αυτών των εκλογών είναι άλλο. Να απαλλαγεί η εθνική πορεία μας από τα σύνδρομα και την ευτέλεια της πολιτικής ζωής, όπως την ζήσαμε. Αν αυτό γίνει με την ανοχή η και την σύμπραξη του σημερινού πολιτικού συστήματος, ακόμα καλύτερα. Αλλιώς, κάποιοι εκπρόσωποι του θα εξακολουθήσουν να κυβερνούν σε ένα πολιτικό κενό, απαξιωμένοι από τον κόσμο και την ιστορία. Η φύση ωστόσο, όπως λένε οι σοφοί και η δική μου επιστήμη, απεχθάνεται το κενό. Η πλήρωση του με ένα άλλο ήθος και προοπτική είναι –ας μην έχομε αυταπάτες- και προϋπόθεση για την εθνική μας επιβίωση.
ένα άρθρο των πρωταγωνιστών
Η ευφορία, που προκλήθηκε λοιπόν από την επιλογή του, είναι δικαιολογημένη. Όσο για τις ορατές αδυναμίες στην σύνθεση της κυβέρνησης, πρέπει νομίζω να κριθούν με την ματιά των αναγκαίων συμβιβασμών.
Το νέο σκηνικό δεν πρέπει ωστόσο να οδηγήσει στην διαγραφή των γεγονότων και κυρίως του πολιτικού «ήθους» που τα προκάλεσε. Εμείς οι Έλληνες δεν φημιζόμαστε για την ιστορική μας μνήμη. Σε αυτήν άλλωστε την ιδιαιτερότητα οφείλονται πολλά από τα εθνικά μας ολισθήματα.
Είναι λοιπόν αναμφισβήτητο ότι η πρόσφατη περίοδος επιβεβαίωσε μια αλήθεια που καιρό τώρα νιώθουμε: Ότι το πολιτικό μας σύστημα είναι διάτρητο. Δεν αντέχεται. Διότι, καθώς η χώρα ακροβατούσε –και ακόμα ακροβατεί- στο βάραθρο, οι πολιτικοί μας αναλωνόταν όπως πάντα σε μικροκομματικά παιχνίδια και αντεγκλήσεις. Ετσι, ακόμα και την μικρή δόξα της επιδερμικής συναίνεσης τους, δεν μπορούν ουσιαστικά να διεκδικήσουν. Η «υπέρβαση» οφείλεται στα κυνικά τελεσίγραφα των ξένων ηγετών, στους ωμούς εκβιασμούς τους. Υπό άλλες μάλιστα συνθήκες, οι εκβιασμοί αυτοί έπρεπε να συναντήσουν αδιαπραγμάτευτη την περηφάνεια του έθνους.
Εκεί όμως που φτάσαμε, το έθνος έμαθε απλώς να ταπεινώνεται, να αγωνιά για την επόμενη «δόση», να εκλιπαρεί για το αύριο.
Δεν αντέχεται λοιπόν ο πολιτικός μας κόσμος. Μόνον η εξουσία και οι υποσχέσεις της φαίνεται ότι κινούν το ενδιαφέρον του. Τα άλλα, τα ιερά και τά όσια, όπως πατρίδα, εθνική ευθύνη, λαός, σεβασμός των θεσμών χρησιμεύουν απλώς ως προπέτασμα καπνού: Για επιδιώξεις αλλότριες, για τον ανταγωνισμό των ηγετών και των ηγετίσκων, για την επιβίωση ενός συστήματος που πολλά δεινά προξένησε στον τόπο. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το μοιραίο τρίγωνο -Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Πρωθυπουργός, και Αρχηγός της Αντιπολιτεύσεως- που με την αβουλία η τις πράξεις τους η χώρα κινδύνευσε να βυθισθεί αύτανδρη, παράγωγο του ίδιου αυτού συστήματος υπήρξε.
Έξω ωστόσο θερίζουν πάντοτε άρματα δρεπανηφόρα: Επιχειρήσεις κλείνουν και οι άνεργοι πολλαπλασιάζονται, οι νέοι άνθρωποι βυθίζονται στην απόγνωση, η χώρα μοιάζει χωρίς πνοή και προοπτική. Θυμίζει ένα δρόμο που δεν οδηγεί πουθενά, όπως στην φωτογραφία. Το μοναδικό του ίχνος είναι κάποια στάσιμα νερά. Ίσως όμως να κρύβουν μέσα τους και ένα μεγάλο δάκρυ.
Εκείνοι ωστόσο, οι κυρίως υπεύθυνοι, του παρελθόντος η του παρόντος, ούτε μια συγγνώμη, ούτε ένα απλό και ειλικρινές «φταίξαμε» δεν μπόρεσαν κάποια στιγμή να αρθρώσουν.
Στις τηλεοπτικές τους βέβαια παρελάσεις, που διαρκούν από το πρωί ως το βράδυ, τα στελέχη του πολιτικού μας κόσμου συχνά αναφέρονται στο δράμα που ζει σήμερα η πατρίδα. Δεν φαίνεται όμως πραγματικά να τους αγγίζει. Μοιάζουν απλοί παρατηρητές, που μάλιστα φορούν γυαλιά παραμορφωτικά. Είναι ευεξήγητο: Τον τόπο βλέπουν πάντα μέσα από το κομματικό συμφέρον. Ακόμα και οι εκπρόσωποι του κόμματος, που «επανίδρυσε» το κράτος και μας έφερε στο χείλος του γκρεμού, καταγγέλλουν χωρίς αιδώ τα πεπραγμένα των άλλων.
Όσο λοιπόν και αν εκφράζεται κάποτε με υπερβολή, η απαξίωση του πολιτικού κόσμου, που είναι πια διάχυτη, μοιάζει δικαιολογημένη. Το ότι απλώνεται επί δικαίων και αδίκων, είναι φοβούμαι μια συνήθεια της ιστορίας. Έτσι χάνονται και οι εξαιρέσεις, που αναμφισβήτητα υπάρχουν. Στην κοινή όμως συνείδηση, ο πολιτικός κόσμος θυμίζει πια ένα θίασο σκιών, που μόνον οργή προκαλεί για το έργο που έμαθε να παίζει.
Από τα αισθήματα αυτά δεν εξαιρείται δυστυχώς ούτε η αριστερά. Επειδή μάλιστα εκείνη δεν διεκδικεί άμεσα την εξουσία, θα ήταν ευκολότερο να μιλά με παρρησία και ανοικτή καρδιά. Αντ αυτού όμως έχει βυθισθεί ακόμα περισσότερο στα παλαιολιθικά της ιδεολογήματα, και σε ένα κλειστό σύστημα που λίγο επικοινωνεί με την εποχή. Είναι χαρακτηριστική η αντίδραση της στον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, που επιτέλους αποτελούσε μια ισχυρή απαίτηση των πολιτών.
Η εύκολη άλλωστε στρατηγική των κινητοποιήσεων, που παραλύουν κατά καιρούς την χώρα, μήτε την κυβέρνηση συνήθως ενοχλεί, ούτε τους δανειστές μας επηρεάζει. Προσθέτει όμως ακόμα ένα βάρος στην καθημερινή ταλαιπωρία του πολίτη. Ειδικότερα μάλιστα στην Αθήνα, δίδει την χαριστική βολή σε ένα κέντρο που κάποτε έσφυζε από ζωή, και σήμερα έχει παραδοθεί στα δακρυγόνα και την ερημιά.
Η απαξίωση λοιπόν του πολιτικού μας συστήματος, ενώ κάπως επιβραδύνθηκε με τις πρόσφατες συναινετικές κινήσεις, δεν είναι ένα επικαιρικό φαινόμενο. Το αντίθετο: Αγγίζει τα όρια των πολιτικών μας θεμελίων, και απαιτεί ρήξεις και τομές για να απαλυνθεί η δυναμική του• η, ακόμα πιο επικίνδυνο, για να μην εκτραπεί σε εμφύλια βία.
Με την διαφορετική αυτή οπτική, η απαξίωση του πολιτικού συστήματος είναι ένα φαινόμενο ελπιδοφόρο. Αποτελεί μια ρωγμή στην ιστορία του τόπου. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο ότι η ρωγμή αυτή διευρύνθηκε από την πρόσφατη αντίδραση, την άμεση και απόλυτη, ορισμένων βουλευτών και της κοινής γνώμης. Έτσι ματαιώθηκε η ύστατη, θλιβερή απόπειρα να αλωθεί και η νέα κυβέρνηση από κάποια κομματικά κατεστημένα.
Έχω μάλιστα την ελπίδα –όπως και πολλοί άλλοι– ότι η ρωγμή αυτή θα αντέξει και θα βρεί τον τρόπο να εκφρασθεί στον άνεμο των εκλογών, που έχουν ήδη δρομολογηθεί. Για κάθε Έλληνα που αγαπά τον τόπο του, το αίτημα αυτών των εκλογών είναι άλλο. Να απαλλαγεί η εθνική πορεία μας από τα σύνδρομα και την ευτέλεια της πολιτικής ζωής, όπως την ζήσαμε. Αν αυτό γίνει με την ανοχή η και την σύμπραξη του σημερινού πολιτικού συστήματος, ακόμα καλύτερα. Αλλιώς, κάποιοι εκπρόσωποι του θα εξακολουθήσουν να κυβερνούν σε ένα πολιτικό κενό, απαξιωμένοι από τον κόσμο και την ιστορία. Η φύση ωστόσο, όπως λένε οι σοφοί και η δική μου επιστήμη, απεχθάνεται το κενό. Η πλήρωση του με ένα άλλο ήθος και προοπτική είναι –ας μην έχομε αυταπάτες- και προϋπόθεση για την εθνική μας επιβίωση.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου