Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1858 και καταγόταν από τα Ψαρά. Εξήλθε από τη Σχολή Ευελπίδων το 1880 και κατατάχθηκε στο κλάδο του μηχανικού. Μετείχε στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 και το 1905 τοποθετήθηκε ως ταγματάρχης στο νέο σωμα των γενικών επιτελών μέχρι το 1909. Το 1911 διορίσθηκε διοικητής των στρατιωτικών σχολών Ευελπίδων και υπαξιωματικών μέχρι το 1912. Μετά από πρόταση της γαλλικής στρατιωτικής αποστολής διορίσθηκε διοικητής της 2ης Μεραρχίας την οποία και κατέστησε υποδειγματική, για τον λόγο και τον οποίο προάχθηκε σε υποστράτηγο
Με την έναρξη του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου επικεφαλής της μεραρχίας του μετείχε αρχικά στον Μακεδονικό Αγώνα. Στη συνέχεια στις επιχειρήσεις του Μπιζανίου ανέπτυξε νικηφόρους δράσεις που τον έκαναν ιδιαίτερα γνωστό. Κατά τη διάρκεια του αγώνα της Ηπείρου ο μεγαλύτερος γιος του Σπυρίδωνας, έφεδρος ανθυπολοχαγός, σκοτώθηκε πολεμώντας ηρωικά. Ο Κωνσταντίνος Καλλάρης επιδεικνύοντας σπαρτιατική μεγαλοψυχία και βάζοντας πάνω από όλα την πατρίδα, αφού κήδευσε το γιό του επέστρεψε στη μάχη, συγκινώντας το πανελλήνιο.
Κατά τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο ο Κ. Καλάρης στη μάχη της Κρέσνας έπεσε από το άλογό του και τραυματίσθηκε. Μετά τον πόλεμο χρημάτησε για κάποιο διάστημα πρόεδρος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου και όταν συστάθηκαν τα Σώματα Στρατού ανέλαβε, ως αντιστράτηγος, διοικητής του Α΄ Σώματος (1914). Το 1916 ανέλαβε υπουργός των Στρατιωτικών και στις 29 Ιουνίου του 1918 παραιτήθηκε κατόπιν αιτήσεώς του. Στο γήρας του ο Κ. Καλάρης δοκιμάσθηκε ακόμη μια φορά με το χαμό του δεύτερου γιού του, Άγγελου, λοχαγού του πυροβολικού, που έπεσε ηρωικά μαχόμενος το 1922 στη Μικρασιατική εκστρατεία. Πέθανε το 1940.
Να διδαχθούμε απ’ τους ήρωες Μπιζανομάχους!
Κάθε χρόνο με την επέτειο της απελευθερώσεως της Ηπείρου το 1913, τονίζεται ιδιαίτερα η ευγνωμοσύνη, που οφείλομε στους πολεμιστές προγόνους μας για την ελευθερία που μας χάρισαν με τη θυσία τους.
Αυτό είναι μια αναμφισβήτητη αλήθεια. Όμως, αν προσέξουμε περισσότερο, θα ιδούμε ότι μας στέλνουν και τα υψηλότερα διδάγματα, τα οποία στην εποχή μας τα έχομε ανάγκη, γιατί αλλοτριωθήκαμε και τα ξεχάσαμε.
Η υψηλή αίσθηση ευθύνης και καθήκοντος, η αγάπη για την πατρίδα, τα υψηλά ιδανικά, που κάποτε ήταν αυτονόητα για τους προγόνους μας, ξεχαστήκανε. Η λεβεντιά που ήταν το ιδιαίτερο γνώρισμα του Έλληνα, αρχίζει να ξεθωριάζει. Η λέξη λεβέντης είναι άγνωστη σε όλα τα λεξιλόγια της Ευρώπης. Είναι κάτι που δεν μπορεί να το εννοήσει εύκολα ένας Ευρωπαίος. Όλα αυτά μας τα διδάσκουν οι Μπιζανομάχοι και μας προτρέπουν να τους μιμηθούμε…
*
Και για του λόγου το αληθές, ας ιδούμε κάποιες πράξεις των Ελλήνων της εποχής εκείνης που θα μας πείσουν γι’ αυτό: Για να γνωρίσουμε την ευσυνειδησία, τον πατριωτισμό, το υψηλό ήθος, την αυτοθυσία στην εκτέλεση του καθήκοντος και το μεγαλείο της ψυχής των πολεμιστών του Μπιζανίου, αρκεί να αναφέρουμε το τραγικό συμβάν με το στρατηγό Κων/τίνο Καλλάρη και το γιο του ανθυπολοχαγό Σπύρο Καλλάρη.
Ο Στρατηγός Καλλάρης ήταν διοικητής της 2ης Μεραρχίας που ήρθε από τη Μακεδονία τον Νοέμβριο του 1912. Ο γιος του Σπύρος Καλλάρης ήταν Ανθυπολοχαγός που υπηρετούσε στην ίδια Μεραρχία. Ο Ανθυπολοχαγός Καλλάρης για αρκετές ημέρες είχε υψηλό πυρετό και ο γιατρός δεν του επέτρεπε να λάβει μέρος στις μάχες. Ο πατέρας του, όμως, στρατηγός επέτρεψε στο γιο του να φύγει από τη σκηνή και να λάβει πάλι μέρος στον αγώνα.
Είχε σκοτωθεί ο λοχαγός του και ο ανθυπολοχαγός Καλλάρης ανέλαβε τη διοίκηση του λόχου του. Σε λίγο άρχισε η επίθεση. Οι άνδρες του λόχου άρχισαν να ζαλίζονται από τις σφαίρες και τις οβίδες που έπεφταν βροχή. Ο νέος Καλλάρης σηκώνεται όρθιος, σύρει το σπαθί του, ορμά εμπρός και παρασύρει πλέον το λόχο του με ενθουσιασμό στην ηρωική επίθεση. Μια σφαίρα βρήκε τον ανθυπολοχαγό στο μέτωπο και τον σκότωσε.
Ο Στρατηγός με σκυθρωπή σοβαρότητα άκουσε την ιστορία του θανάτου του παιδιού του. Κατόπιν ερώτησε: «Τον έχετε εδώ; Χωρίς να απαντήσει ο επιτελάρχης οδήγησε τον Στρατηγό στη σορό του γιου του. Ο Καλλάρης έβγαλε το πηλίκιό του… σκύβει, ασπάζεται το αιματωμένο μέτωπο του παιδιού του και λέει με μεγάλη ηρεμία: «Η ημέρα αυτή, παιδί μου, είναι ημέρα ευτυχίας διά τον στρατηγόν και δυστυχίας διά τον πατέρα. Ανθυπολοχαγέ Καλλάρη, εξετέλεσες λαμπρά το καθήκον σου. Εύγε! Aιωνία σου η μνήμη, παιδί μου»!
Και επανέλαβαν οι παρευρισκόμενοι με δάκρυα: «Αιωνία σου η μνήμη».
Ο Στρατηγός στράφηκε κατόπιν προς τον υπολοχαγό Τσακμάκη και του είπε: «Φροντίσατε, παρακαλώ, διά την κηδείαν του παιδού μου».
Έπειτα είπε στον δεκανέα που τον ακολουθούσε: «Φέρε μου τη φοράδα μου. Οι κύριοι αξιωματικοί επί των ίππων τους»!.. Έφυγαν όλοι καλπάζοντας γιατί σε λίγο θα άρχιζε η μάχη. Ο Στρατηγός όλη την ημέρα διηύθυνε τη μάχη, που ήταν μια από τις πιο πεισματώδεις μάχες όλου του πολέμου.
Το βράδυ αργά επέστρεψε στη σκηνή, όπου είχαν ετοιμάσει το νεκρό. Κατέβηκε από το άλογό του, μπήκε μέσα στη σκηνή, έσφιξε το μέτωπό του και έκλαψε σαν πατέρας, σαν άνθρωπος, αφού σαν στρατηγός εξετέλεσε σπαρτιατικότατα το καθήκον του…
Στις 17 Ιουνίου 1913 ο γενναίος αυτός στρατηγός έδιωξε τους Βουλγάρους από τη Θεσσαλονίκη που την απειλούσαν.
Η πόλη των Ιωαννίνων ετίμησε τον Στρατηγό Κων. Καλλάρη, δίνοντας το όνομά του σε μια από τις οδούς της πόλης.
Πολλά είναι τα διδάγματα που μας κληροδότησε ο Στρατηγός Κ. Καλλάρης με την υποδειγματική συμπεριφορά του ως στρατηγός και ως άνθρωπος.
Αξιοθαύμαστο και διδακτικό είναι και το παράδειγμα του λοχία Γκούτα. Ο Γκούτας ήταν πολεμιστής άφθαστος, γενναιόψυχος και με μεγάλη καρδιά. Σε μια από τις σκληρές μάχες του έπους του Μπιζανίου βρέθηκε μπροστά σε ένα Τούρκο τραυματία. Ο γενναιόψυχος Γκούτας πήγε να του προσφέρει νερό από το παγούρι του. Εκείνος σήκωσε γρήγορα το ντουφέκι του και τραυμάτισε βαριά τον Γκούτα στη βουβωνική χώρα. Τότε ο ήρωας αποθηριωμένος τράβηξε την ξιφολόγχη και πέρασε το δολοφόνο πέρα για πέρα. Αλλά κι αυτός ξεψύχησε σε λίγο από την αιμορραγία (Σπ. Μελά «Βαλκανικοί Πόλεμοι» σελ. 378).
Οι πολεμιστές του Μπιζανίου δίνουν και ένα μάθημα, ένα υπέροχο δίδαγμα σε κάποιους πνευματικούς ανθρώπους, που λένε για το εθνικό μας σύμβολο, τη Σημαία. «Ένα πανί είναι» και σε κάποιους νέους που την καίνε και την ευτελίζουν: Ο γενναίος σημαιοφόρος στρατιώτης, όταν έστησε την Σημαία στην κορυφή του πρώτου υψώματος στο Μπιζάνι, σκοτώθηκε από εχθρικά πυρά. Ακολούθησε σκληρή μάχη. Σκοτώθηκαν 10 στρατιώτες, για να μην πέσει η Σημαία στα χέρια του εχθρού. Στο τέλος απέμεινε ζωντανός μόνον ο επικεφαλής λοχίας ομαδάρχης, ο οποίος με αυτοθυσία όρμησε στο ύψωμα, αγκάλιασε τη Σημαία, κατρακύλησε αιμόφυρτος στην πλαγιά και, όταν έφθασε στον διοικητή του τάγματος με ηρωική προσπάθεια, στάθηκε όρθιος, χαιρέτισε και ανέφερε στον διοικητή: «Κύριε διοικητά, έχω την τιμήν να σας παραδώσω την σημαίαν».
Και έπεσε νεκρός!..
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου