ΣΥΡΙΖΑ : H ενσωματωμένη στη ΝΔΤ Αριστερά δεν μπορεί να οδηγήσει στο τέλος της καταστροφής*
ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η ψήφος του ελληνικού λαού την περασμένη Κυριακή ήταν ένα μεγάλο χαστούκι στην Υπερεθνική Ελίτ (Υ/Ε – οι ελίτ που εδρεύουν στις χώρες G7 που διαχειρίζεται τη ΝΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης —η οποία εκπροσωπείται στην Ελλάδα, όλα αυτά τα χρόνια της οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής, από την «περίφημη» Τρόικα —ΕΕ, ΔΝΤ, ΕΚΤ), καθώς και στις ντόπιες ελίτ. Ήταν ακριβώς η ίδια η Υ/Ε και η Ευρωπαϊκή συνιστώσα της (η ελίτ της ΕΕ και κυρίως η Γερμανική που είναι κυρίαρχη μέσα σε αυτή), οι οποίες έχουν καταστρέψει τη ζωή της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού, στην προσπάθειά τους να «σώσουν» την Ελλάδα από τη χρεοκοπία.
Εντούτοις, όπως προσπάθησα να δείξω αλλού,[1] η παγίδα του χρέους, στην οποία έπεσε η Ελλάδα ήδη από τη δεκαετία του 1980, είχε άμεση σχέση με την ίδια την ένταξη της χώρας στην ΕΕ και την Ευρωζώνη. Ήταν μέσα από αυτή τη διαδικασία ενσωμάτωσης στην ΝΔΤ που η Ελλάδα έχασε ένα σημαντικό βαθμό αυτοδυναμίας, ο οποίος είχε επιτευχθεί στη μεταπολεμική περίοδο. Τότε αναπτύχθηκε μια παρασιτική οικονομική δομή, στην οποία, εκτός από τον τουρισμό και τη ναυτιλία, δεν υπήρχαν άλλες κύριες πηγές εσόδων για την αγορά των αυξανόμενων εισαγωγών που είχαν επιβάλλει οι ανοικτές και απελευθερωμένες αγορές των Συνθηκών της ΕΕ. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα ήταν τα τεράστια ελλείμματα στον προϋπολογισμό, που χρηματοδοτήθηκαν μέσω του ξένου δανεισμού, καθώς και τα παράλληλα ελλείμματα του προϋπολογισμού για τη χρηματοδότηση ενός διογκούμενου κράτους πρόνοιας, καθώς οι ντόπιες ελίτ δεν ήταν διατεθειμένες να μοιραστούν το φορολογικό βάρος για τη χρηματοδότηση του—μια πρακτική η οποία αναπόφευκτα εξαπλώθηκε σύντομα στην υπόλοιπη κοινωνία. Όταν οι ελίτ αποφάσισαν να ενσωματώσουν την Ελλάδα και στην Ευρωζώνη, η χώρα όχι μόνο έχασε και επίσημα πια την οικονομική κυριαρχία της, αλλά και αύξησε ακόμη περισσότερο τον δανεισμό από το εξωτερικό, που τώρα στηριζόταν μάλιστα από ένα ισχυρό νόμισμα. Μέχρι που έσκασε ολόκληρη η φούσκα αυτή, όταν ο ξένος δανεισμός έγινε πιο δύσκολος λόγω της οικονομικής κρίσης του 2008-9 και οδηγηθήκαμε στη χρεοκοπία και μια πρωτόγνωρη, στο βάθος και την έκταση της, διεθνή επιτήρηση. Αυτή είναι η διαδικασία, με λίγα λόγια. που οδήγησε στη μετατροπή της Ελλάδας σε προτεκτοράτο της Υ/Ε. [2]
Το αναπόφευκτο συμπέρασμα μιας τέτοιας ανάλυσης είναι ότι η λιτότητα είναι ένα σύμπτωμα της κρίσης, όχι η αιτία της, και έχει να κάνει με τη διαστρέβλωση, αν όχι την αποδιάρθρωση, των δομών παραγωγής και κατανάλωσης την οποία επιβάλλει η ΝΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, ως μέρος της διαδικασίας ενσωμάτωσης των χωρών σε αυτή, προς όφελος των Υπερεθνικών Επιχειρήσεων (πολυεθνικών) που ελέγχουν την όλη διαδικασία. Έτσι, αν και το αποτέλεσμα των ελληνικών εκλογών, άμεσα, ήταν ένα χαστούκι ενάντια στις πολιτικές λιτότητας που επιβάλλονται από την Υ/Ε μέσω της Τρόικας, έμμεσα, ήταν ένα χαστούκι κατά της ίδιας της ΕΕ και της Υ/Ε. Μόνο όμως έμμεσα, λόγω του τεράστιου αποπροσανατολισμού του λαού από τον ΣΥΡΙΖΑ, που κέρδισε τις εκλογές, με βάση μια πολιτική πλατφόρμα σύμφωνα με την οποία οι αιτίες της κρίσης ήταν κάποιες «κακές» πολιτικές λιτότητας που επιβάλλονται από κάποιους κακούς πολιτικούς και οικονομολόγους. Πράγμα που σημαίνει ότι αρκούσε ο ΣΥΡΙΖΑ να αναγκάσει τους «κακούς» να αλλάξουν τις πολιτικές τους, μέσω της εκλογής καλών πολιτικών που θα επέλεγαν και τους αντίστοιχα καλούς οικονομολόγους (βλ. Βαρουφάκη). Όλα αυτά βέβαια τα παραμύθια γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διανοήθηκε ποτέ να κριτικάρει τις ίδιες τις δομές της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς, οπότε περιορίζεται πάντα στο να «βαρά το σαμάρι»!
Με δεδομένο όμως ότι τα κόμματα που υποστήριζαν τη συνέχιση των ίδιων πολιτικών, ανεξάρτητα από τις συνέπειες της στον λαό, κέρδισαν περίπου το 40 τοις εκατό των ψήφων, σε μια εκλογή, στην οποία το επίσημο ποσοστό αποχής ήταν περίπου 40 τοις εκατό (αλλά το πραγματικό ποσοστό μπορεί να είναι σημαντικά χαμηλότερο λόγω της μη ανανέωσης των εκλογικών καταλόγων—γύρω στα 25-30 τοις εκατό) αυτό σημαίνει ότι περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού είναι αποφασισμένο να παραμείνει στην ΕΕ, ανεξάρτητα από το κόστος. Αναφέρομαι βέβαια στα «καθαρά», υπέρ της ΕΕ, κόμματα— ΝΔ και ΠΑΣΟΚ— καθώς, και το Ποτάμι, το νέο συστημικό κόμμα που δημιουργήθηκε από τις ντόπιες και ξένες ελίτ πριν από ένα χρόνο, ακριβώς για την προώθηση της φιλο-ΕΕ γραμμής, με περικάλυμμα κατά της διαφθοράς κλπ— την οποία άλλωστε και ο …Σόιμπλε επιδιώκει να μειώσει! Άλλο ένα τρίτο του πληθυσμού θα ήταν διατεθειμένο να μείνει στην ΕΕ, αλλά μόνο όταν το κόστος στο λαό δεν θα ήταν δυσβάστακτο (όπως υπονοεί η ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά όχι και η πρακτική του, και το τελευταίο τρίτο δεν πιστεύει ότι οποιαδήποτε πραγματική λύση είναι δυνατή εντός της ΕΕ. Χοντρικά, η διαίρεση αυτή συμπίπτει με μια ανάλογη κοινωνική διαίρεση του πληθυσμού μεταξύ του ενός τρίτου που είναι οι προνομιούχοι της παγκοσμιοποίησης, ενός τρίτου που μόλις καταφέρνει να καλύψει τις βασικές ανάγκες του, και του τελευταίου τρίτου, το οποίο έχει πλήρως εξαθλιωθεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επομένως προσπάθησε να προσελκύσει αυτό το μεσαίο τρίτο του πληθυσμού —δηλαδή τα σταδιακά φτωχοποιούμενα μεσαία στρώματα καθώς και τη μικροαστική τάξη, στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης, οι άνεργοι και οι φτωχοί είτε απείχαν, είτε, όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία για τη γεωγραφική κατανομή των ψήφων, ψήφισαν κυρίως το Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΕ) και τη Χρυσή Αυγή (ΧΑ), η οποία έχει σαφείς συμπάθειες προς τους συνεργάτες των Ναζί κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής και στη συνέχεια προς τη Δεξιά στον επακόλουθο εμφύλιο πόλεμο, καθώς και στην ξενοκίνητη στρατιωτική χούντα της δεκαετίας του 1960. Εντούτοις, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Χοακίν Φλόρες:
«Είναι ενδιαφέρον ότι η ΧΑ, ζητεί τόσο την εθνικοποίηση της βιομηχανίας χρυσού στη Χαλκιδική, όσο και άλλων μεγάλων βιομηχανιών, και της κεντρικής τράπεζας. Αυτές είναι μεταξύ των πραγματικών οικονομικών αλλαγών που θα απελευθέρωναν την Ελλάδα, αλλά παρόλα αυτά, στην Αριστερά, μόνο το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ) υποστηρίζει παρόμοιες θέσεις. Το γεγονός ότι μόνο τα πιο ριζοσπαστικά κόμματα έχουν τις πιο λογικές και ειλικρινείς λύσεις στο σημερινό πρόβλημα της Ελλάδας, εκφράζει ένα ιδιαίτερο πρόβλημα σχετικά με την Ελλάδα. Στην «Μελέτη της Ιστορίας» του, ο Toynbee αναπτύσσει την έννοια των πολιτισμών που διέρχονται από τα στάδια της ανάπτυξης και της ύστερης αποσύνθεσης, καθώς και των άκαρπων και αποτυχημένων πολιτισμών. Το συμπέρασμα του είναι ότι ένα χαρακτηριστικό σημάδι ενός εν αποσυνθέσει ή αποτυχημένου πολιτισμού είναι πως οι πιο λογικές λύσεις περιθωριοποιούνται εντελώς, και υποστηρίζονται μόνο από εκείνους που βρίσκονται στο ριζοσπαστικό περιθώριο».[3]
Στην
πραγματικότητα, το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε προ πολλού τεθεί στο
περιθώριο, δεδομένου ότι είχε απαγορευτεί για πάνω από ένα τέταρτο του
αιώνα μετά την ήττα του στον εμφύλιο πόλεμο και, στη συνέχεια,
νομιμοποιήθηκε μετά την πτώση της στρατιωτικής χούντας το 1974, με την
σιωπηρή προϋπόθεση ότι θα εγκαταλείψει οποιαδήποτε επαναστατική τακτική,
ενώ η Χρυσή Αυγή έχει ουσιαστικά απαγορευτεί σήμερα, με το μεγαλύτερο
μέρος της ηγεσίας της να είναι στη φυλακή χωρίς δίκη, και χωρίς να έχει
καμιά πρόσβαση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης — αν και επίσημα, εξακολουθεί
να είναι νόμιμη!
Υπό αυτές τις συνθήκες, το πολιτικό παιχνίδι του ΣΥΡΙΖΑ να στρέψει τη λαϊκή οργή σε ανώδυνα για το σύστημα αιτήματα πέτυχε, αφού το πρόγραμμά του δεν αμφισβήτησε ποτέ την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, αλλά ούτε καν περιέλαβε κανένα ριζοσπαστικό μέτρο πχ για την εθνικοποίηση των τραπεζών (συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Ελλάδας), και κάποιων βιομηχανικών κλάδων-κλειδιά, καθώς και για την εισαγωγή οποιωνδήποτε πραγματικών ελέγχων στις αγορές εμπορευμάτων, κεφαλαίου και εργασίας. Ωστόσο, η έλλειψη παρόμοιων ελέγχων (που δεν επιτρέπονται έτσι και αλλιώς βάσει των Συνθηκών της ΕΕ) καθιστά αδύνατη την αναγέννηση της παραγωγικής βάσης, που θα στηρίζεται σε κάποιο ριζοσπαστικό πρόγραμμα το οποίο θα στόχευε στην αυτοδυναμία.
Εν όψει των παραπάνω δεν είναι επομένως καθόλου περίεργο ότι η εφαρμογή του οικονομικού προγράμματός της νέας Κυβέρνησης αφέθηκε σε μεταμοντέρνους τεχνοκράτες, όπως ο τωρινός «ποπ τσάρος της οικονομίας», ο οποίος προφανώς πιστεύει ακράδαντα στην παγκοσμιοποίηση, αλλά χωρίς να αντιλαμβάνεται την πραγματική σημασία της, γι’αυτό και προσπαθεί, αντιφατικότατα, να την «παντρέψει» με κάποιο είδος Κεϋνσιανισμού, ως αντίδοτο στην παρούσα κρίση. Στο θέμα αυτό, παρόμοιοι «μετα-Κεϋνσιανοι» συστημικοί οικονομολόγοι, βρήκαν καλή παρέα με ορισμένους Παλαιολιθικούς μαρξιστές (διεθνώς αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ), που μοιράζονται την ίδια άγνοια της σημασίας της παγκοσμιοποίησης —μολονότι ακόμη και αυτό το είδος των «μαρξιστών» θα έπρεπε να διαθέτει τουλάχιστον μια καλύτερη κατανόηση της Ιστορίας και να μην κάνουν ανόητες και ανιστόρητες προτάσεις σχετικά με το ελληνικό χρέος, βασιζόμενοι στη συμφωνία του Λονδίνου του 1953 για το γερμανικό εξωτερικό χρέος. Ακόμα και άνθρωποι με μια στοιχειώδη ιδέα της μαρξιστικής θεωρίας της Ιστορίας θα έπρεπε να είναι σε θέση να καταλάβουν ότι αυτό ήταν ένα σαφές τέχνασμα από τις δυτικές ελίτ, τη στιγμή που ο Ψυχρός Πόλεμος εντατικοποιούνταν, ώστε να ενισχύσουν το πελατειακό καθεστώς τους στη Δυτική Γερμανία, με απώτερο στόχο την επίτευξη της διάλυσης του σοβιετικού μπλοκ και τη δημιουργία του σημερινού μονοπολικού κόσμου. Για να έχει οποιαδήποτε ρεαλιστική βάση παρόμοια αναλογία σήμερα, θα έπρεπε η Υ/Ε να ανησυχεί ότι αν μια τέτοια συμφωνία δραστικής μείωσης του Χρέους δεν μπορεί να γίνει με την Ελλάδα, η χώρα θα εγκαταλείψει την ΝΔΤ. Όμως, μια τέτοια ιδέα δεν περιλαμβάνεται ακόμα και στα πιο τρελά όνειρα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ούτε βέβαια και της πλειοψηφίας του λαού, χάρη στο δικό τους αποπροσανατολισμό του λαού! Γι’αυτό και σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ πέταξε και τον στόχο της μείωσης του Χρέους με τα «έξυπνα» σχέδια του “ποπ Τσάρου” για την αντικατάσταση του χρέους με νέα ομόλογα απεριόριστης διάρκειας κλπ[4]. Δηλαδή, ακριβώς όπως ο Ροΐδης, βαφτίζουν το κρέας, ψάρι, και, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αυτή ακριβώς είναι η όλη στρατηγική εξαπάτησης του Ελληνικού λαού που σήμερα χρησιμοποιεί ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ελίτ, για να περάσουν όλες τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που δεν μπορούσαν πια να περάσουν τα εξοφλημένα συστημικά κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ!
Ωστόσο, με μία έννοια, ακόμη και αυτό το πρώτο ανεπαρκές βήμα που έκανε ο Ελληνικός λαός εξοστρακίζοντας τα πολιτικά κόμματα των ελίτ, ήταν μια νίκη. Όχι βέβαια με την έννοια «μιας ιστορικής νίκης της Αριστεράς» στην Ελλάδα, (ή για κάποιους πιο ενθουσιώδεις σχολιαστές και αναλυτές, «της Αριστεράς στην Ευρώπη και πέρα από αυτή»), αλλά με την έννοια ότι σηματοδότησε μια κρίσιμη καμπή στη συνήθη υποταγή των λαών στις επιταγές των ελίτ. Μια καμπή η οποία, δυνητικά, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ριζικές εξελίξεις στο μέλλον, στον βαθμό που θα ξεπερνιόντουσαν όμως οι ίδιες οι αυτο—αντιφάσκουσες θεωρίες και πολιτικές που προτείνονται από τη ρεφορμιστική Αριστερά. Και αυτό, γιατί ο λαός, αργά η γρήγορα, θα καταλάβει γιατί οι πολιτικές που προτείνονται από τους δήθεν «έξυπνους» πολιτικούς και οικονομολόγους (δηλαδή, το περίεργο μείγμα των Νεο-Κεϋνσιανών/ Μαρξιστών οικονομολόγων του ΣΥΡΙΖΑ), στην πραγματικότητα, αποσκοπούν να τετραγωνίσουν τον κύκλο, και θα αποτύχουν επομένως παταγωδώς στο να επιφέρουν οποιεσδήποτε πραγματικές λύσεις στην κρίσιμη κατάσταση που δημιουργήθηκε από την ενσωμάτωση της Ελλάδας στην ΝΔΤ. Είναι φανερό ότι όλοι αυτοί οι οικονομολόγοι και πολιτικοί δεν έχουν ακόμη συνειδητοποιήσει (ή τουλάχιστον έτσι προσποιούνται) ότι ο Κεϋνσιανισμός είναι νεκρός και θαμμένος μετά την άνοδο της παγκοσμιοποίησης, δεδομένου ότι θεμελιωνόταν στα κυρίαρχα έθνη-κράτη που σήμερα όμως, ουσιαστικά, χάνουν όλη την οικονομική και επομένως εθνική κυριαρχία τους, που ανήκουν πια στο παρελθόν, έστω και αν τα ίδια παραμένουν για τη τοπική μονοπώληση της βίας. Έτσι, στην καλύτερη περίπτωση, κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και το Podemos στην Ισπανία μπορεί να επιτύχουν, όπως έχω δείξει σε άλλο άρθρο,[5] να κολλήσουν κάποια τσιρότα (με τη μορφή μερικών δισεκατομμυρίων ευρώ), πάνω στις θανάσιμες πληγές που δημιουργήθηκαν από την κρίση, για τον επαναδιορισμό ορισμένων από αυτούς που απολύθηκαν από το δημόσιο τομέα η για να καλύψουν τις βασικές ανάγκες για τροφή, υγεία, ενέργεια κλπ των άπορων. Όμως, όλες οι διαρθρωτικές «μεταρρυθμίσεις» που εισήχθησαν από την τρόικα με στόχο να γίνει η εργασία πιο «ευέλικτη», το κεφάλαιο να κινείται χωρίς κανένα περιορισμό και τα φθηνά εμπορεύματα από το εξωτερικό να εκτοπίζουν τα εγχώρια προϊόντα, καθώς και οι ιδιωτικοποιήσεις του κοινωνικού πλούτου και οι ισοσκελισμένοι (τουλάχιστον) προϋπολογισμοί (που δεν έχουν βέβαια καμία σχέση με Κεϋνσιανισμό!) φυσικά, θα παραμείνουν ανέπαφες.
Οι κυριότερες εξελίξεις που ακολούθησαν την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ είναι συμβατές με την παραπάνω ανάλυση, ιδίως σε ό, τι αφορά τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης, που είναι γεμάτη από το είδος των πολιτικών και οικονομολόγων που μόλις περιέγραψα. Ωστόσο, υπάρχουν επίσης δύο εξελίξεις που θα μπορούσαν δυνητικά να έχουν διττή έννοια, μια συμβατή με την παραπάνω ανάλυση και μια άλλη που θα μπορούσε να συνεπάγεται, έστω δυνητικά, κάποια ριζική αλλαγή στο μέλλον.
Η πρώτη είναι η ίδια η κυβέρνηση συνασπισμού. Ο ΣΥΡΙΖΑ, με δεδομένη τη σωστή στάση του ΚΚΕ να μη μετάσχει σε συμμαχία με φιλο-ΕΕ κόμματα, είχε μια κρίσιμη επιλογή:
Υπό αυτές τις συνθήκες, το πολιτικό παιχνίδι του ΣΥΡΙΖΑ να στρέψει τη λαϊκή οργή σε ανώδυνα για το σύστημα αιτήματα πέτυχε, αφού το πρόγραμμά του δεν αμφισβήτησε ποτέ την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, αλλά ούτε καν περιέλαβε κανένα ριζοσπαστικό μέτρο πχ για την εθνικοποίηση των τραπεζών (συμπεριλαμβανομένης και της Τράπεζας της Ελλάδας), και κάποιων βιομηχανικών κλάδων-κλειδιά, καθώς και για την εισαγωγή οποιωνδήποτε πραγματικών ελέγχων στις αγορές εμπορευμάτων, κεφαλαίου και εργασίας. Ωστόσο, η έλλειψη παρόμοιων ελέγχων (που δεν επιτρέπονται έτσι και αλλιώς βάσει των Συνθηκών της ΕΕ) καθιστά αδύνατη την αναγέννηση της παραγωγικής βάσης, που θα στηρίζεται σε κάποιο ριζοσπαστικό πρόγραμμα το οποίο θα στόχευε στην αυτοδυναμία.
Εν όψει των παραπάνω δεν είναι επομένως καθόλου περίεργο ότι η εφαρμογή του οικονομικού προγράμματός της νέας Κυβέρνησης αφέθηκε σε μεταμοντέρνους τεχνοκράτες, όπως ο τωρινός «ποπ τσάρος της οικονομίας», ο οποίος προφανώς πιστεύει ακράδαντα στην παγκοσμιοποίηση, αλλά χωρίς να αντιλαμβάνεται την πραγματική σημασία της, γι’αυτό και προσπαθεί, αντιφατικότατα, να την «παντρέψει» με κάποιο είδος Κεϋνσιανισμού, ως αντίδοτο στην παρούσα κρίση. Στο θέμα αυτό, παρόμοιοι «μετα-Κεϋνσιανοι» συστημικοί οικονομολόγοι, βρήκαν καλή παρέα με ορισμένους Παλαιολιθικούς μαρξιστές (διεθνώς αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ), που μοιράζονται την ίδια άγνοια της σημασίας της παγκοσμιοποίησης —μολονότι ακόμη και αυτό το είδος των «μαρξιστών» θα έπρεπε να διαθέτει τουλάχιστον μια καλύτερη κατανόηση της Ιστορίας και να μην κάνουν ανόητες και ανιστόρητες προτάσεις σχετικά με το ελληνικό χρέος, βασιζόμενοι στη συμφωνία του Λονδίνου του 1953 για το γερμανικό εξωτερικό χρέος. Ακόμα και άνθρωποι με μια στοιχειώδη ιδέα της μαρξιστικής θεωρίας της Ιστορίας θα έπρεπε να είναι σε θέση να καταλάβουν ότι αυτό ήταν ένα σαφές τέχνασμα από τις δυτικές ελίτ, τη στιγμή που ο Ψυχρός Πόλεμος εντατικοποιούνταν, ώστε να ενισχύσουν το πελατειακό καθεστώς τους στη Δυτική Γερμανία, με απώτερο στόχο την επίτευξη της διάλυσης του σοβιετικού μπλοκ και τη δημιουργία του σημερινού μονοπολικού κόσμου. Για να έχει οποιαδήποτε ρεαλιστική βάση παρόμοια αναλογία σήμερα, θα έπρεπε η Υ/Ε να ανησυχεί ότι αν μια τέτοια συμφωνία δραστικής μείωσης του Χρέους δεν μπορεί να γίνει με την Ελλάδα, η χώρα θα εγκαταλείψει την ΝΔΤ. Όμως, μια τέτοια ιδέα δεν περιλαμβάνεται ακόμα και στα πιο τρελά όνειρα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ούτε βέβαια και της πλειοψηφίας του λαού, χάρη στο δικό τους αποπροσανατολισμό του λαού! Γι’αυτό και σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ πέταξε και τον στόχο της μείωσης του Χρέους με τα «έξυπνα» σχέδια του “ποπ Τσάρου” για την αντικατάσταση του χρέους με νέα ομόλογα απεριόριστης διάρκειας κλπ[4]. Δηλαδή, ακριβώς όπως ο Ροΐδης, βαφτίζουν το κρέας, ψάρι, και, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αυτή ακριβώς είναι η όλη στρατηγική εξαπάτησης του Ελληνικού λαού που σήμερα χρησιμοποιεί ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ελίτ, για να περάσουν όλες τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που δεν μπορούσαν πια να περάσουν τα εξοφλημένα συστημικά κόμματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ!
Ωστόσο, με μία έννοια, ακόμη και αυτό το πρώτο ανεπαρκές βήμα που έκανε ο Ελληνικός λαός εξοστρακίζοντας τα πολιτικά κόμματα των ελίτ, ήταν μια νίκη. Όχι βέβαια με την έννοια «μιας ιστορικής νίκης της Αριστεράς» στην Ελλάδα, (ή για κάποιους πιο ενθουσιώδεις σχολιαστές και αναλυτές, «της Αριστεράς στην Ευρώπη και πέρα από αυτή»), αλλά με την έννοια ότι σηματοδότησε μια κρίσιμη καμπή στη συνήθη υποταγή των λαών στις επιταγές των ελίτ. Μια καμπή η οποία, δυνητικά, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ριζικές εξελίξεις στο μέλλον, στον βαθμό που θα ξεπερνιόντουσαν όμως οι ίδιες οι αυτο—αντιφάσκουσες θεωρίες και πολιτικές που προτείνονται από τη ρεφορμιστική Αριστερά. Και αυτό, γιατί ο λαός, αργά η γρήγορα, θα καταλάβει γιατί οι πολιτικές που προτείνονται από τους δήθεν «έξυπνους» πολιτικούς και οικονομολόγους (δηλαδή, το περίεργο μείγμα των Νεο-Κεϋνσιανών/ Μαρξιστών οικονομολόγων του ΣΥΡΙΖΑ), στην πραγματικότητα, αποσκοπούν να τετραγωνίσουν τον κύκλο, και θα αποτύχουν επομένως παταγωδώς στο να επιφέρουν οποιεσδήποτε πραγματικές λύσεις στην κρίσιμη κατάσταση που δημιουργήθηκε από την ενσωμάτωση της Ελλάδας στην ΝΔΤ. Είναι φανερό ότι όλοι αυτοί οι οικονομολόγοι και πολιτικοί δεν έχουν ακόμη συνειδητοποιήσει (ή τουλάχιστον έτσι προσποιούνται) ότι ο Κεϋνσιανισμός είναι νεκρός και θαμμένος μετά την άνοδο της παγκοσμιοποίησης, δεδομένου ότι θεμελιωνόταν στα κυρίαρχα έθνη-κράτη που σήμερα όμως, ουσιαστικά, χάνουν όλη την οικονομική και επομένως εθνική κυριαρχία τους, που ανήκουν πια στο παρελθόν, έστω και αν τα ίδια παραμένουν για τη τοπική μονοπώληση της βίας. Έτσι, στην καλύτερη περίπτωση, κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και το Podemos στην Ισπανία μπορεί να επιτύχουν, όπως έχω δείξει σε άλλο άρθρο,[5] να κολλήσουν κάποια τσιρότα (με τη μορφή μερικών δισεκατομμυρίων ευρώ), πάνω στις θανάσιμες πληγές που δημιουργήθηκαν από την κρίση, για τον επαναδιορισμό ορισμένων από αυτούς που απολύθηκαν από το δημόσιο τομέα η για να καλύψουν τις βασικές ανάγκες για τροφή, υγεία, ενέργεια κλπ των άπορων. Όμως, όλες οι διαρθρωτικές «μεταρρυθμίσεις» που εισήχθησαν από την τρόικα με στόχο να γίνει η εργασία πιο «ευέλικτη», το κεφάλαιο να κινείται χωρίς κανένα περιορισμό και τα φθηνά εμπορεύματα από το εξωτερικό να εκτοπίζουν τα εγχώρια προϊόντα, καθώς και οι ιδιωτικοποιήσεις του κοινωνικού πλούτου και οι ισοσκελισμένοι (τουλάχιστον) προϋπολογισμοί (που δεν έχουν βέβαια καμία σχέση με Κεϋνσιανισμό!) φυσικά, θα παραμείνουν ανέπαφες.
Οι κυριότερες εξελίξεις που ακολούθησαν την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ είναι συμβατές με την παραπάνω ανάλυση, ιδίως σε ό, τι αφορά τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης, που είναι γεμάτη από το είδος των πολιτικών και οικονομολόγων που μόλις περιέγραψα. Ωστόσο, υπάρχουν επίσης δύο εξελίξεις που θα μπορούσαν δυνητικά να έχουν διττή έννοια, μια συμβατή με την παραπάνω ανάλυση και μια άλλη που θα μπορούσε να συνεπάγεται, έστω δυνητικά, κάποια ριζική αλλαγή στο μέλλον.
Η πρώτη είναι η ίδια η κυβέρνηση συνασπισμού. Ο ΣΥΡΙΖΑ, με δεδομένη τη σωστή στάση του ΚΚΕ να μη μετάσχει σε συμμαχία με φιλο-ΕΕ κόμματα, είχε μια κρίσιμη επιλογή:
- είτε να κάνει μια συμμαχία με το κόμμα , το οποίο δημιουργήθηκε από τις ελίτ (το Ποτάμι), που τον μόνο απαράβατο όρο τον οποίο έβαζε για οποιαδήποτε κυβερνητική συμμαχία ήταν ότι ο προσανατολισμός της χώρας προς την ΕΕ και την Ευρωζώνη δεν θα πρέπει να αμφισβητηθεί ποτέ (μοναδικό παράδειγμα άθλιας ξενοδουλείας και εξάρτησης που ακόμη και τα δεξιά κόμματα των ελίτ ποτέ δεν είχαν θέσει με τέτοιο χοντροκομμένο τρόπο!),
- είτε να επιδιώξει συνεργασία με το εθνικιστικό κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων (ΑΝΕΛ) το οποίο, υποστηρίζοντας μια πολύ σθεναρή στάση κατά της λιτότητας, δεν θα είχε κανένα ενδοιασμό ακόμη και στην επιβολή όρων στους «εταίρους» μας που δυνητικά θα μπορούσαν να οδηγήσουν και σε ρήξη (κάτι που πολλοί στον ΣΥΡΙΖΑ ούτε το διανοούνται, όπως δείχνει και η σημερινή πράξη του. Ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε τους ΑΝΕΛ, και όπως ήταν αναμενόμενο καταδικάστηκε για την επιλογή του αυτή από σύσσωμη την Υπερεθνική Ελίτ και τους Σιωνιστές (βλ. πχ την άγρια επίθεση του Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ στο Ευρωκοινοβούλιο — δηλ. του «κόκκινου Ντάνι» ο οποίος, όταν «ωρίμασε», έγινε ένα από τα αθλιότερα όργανα της ΥΕ που υποστήριξαν με ενθουσιασμό όλους τους εγκληματικούς πολέμους της), καθώς και από όλα τα υπερεθνικά μέσα μαζικής ενημέρωσης. (Guardian κλπ).
«Μπορώ μόνο να ελπίζω ότι κάτι τέτοιο δεν θα έχει κάποια μόνιμη σημασία για τις απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ για κοινωνικά θέματα όπως η μετανάστευση, κ.λπ.. Ίσως η λογική είναι, ότι αυτοί οι τύποι είναι τόσο αντιδραστικοί που προφανώς δεν πρόκειται να έχουν καμία επίδραση στις απόψεις ή τις επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ.» [7]
Η
επιλογή αυτή του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να σημαίνει απλώς ότι δεν ήθελε να
χάσει κάθε αξιοπιστία υποστηρίζοντας το πιο συστημικό ίσως κόμμα στην
Ελλάδα. Θα μπορούσε όμως εναλλακτικά να σημαίνει ότι ορισμένες
τουλάχιστον δυνάμεις μέσα στο κόμμα είναι διατεθειμένες ακόμη και να
έρθουν σε σύγκρουση με την ΕΕ. Ωστόσο, το γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ
δεν εξέφρασε καμιά διαμαρτυρία όταν ο Μάρτιν Σουλτζ, Πρόεδρος του
Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έκανε την πρώτη επίσημη επίσκεψη ως εκπρόσωπος
των Ευρώ-ελίτ μετά την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ και συμπεριφέρθηκε ως νέος
Γκαουλάιτερ, φανερώνει ότι μάλλον καιροσκοπικά ήταν τα κίνητρα τους.
Έτσι, όχι μόνο δεν διαμαρτυρήθηκαν όταν αυτός προσέβαλε ουσιαστικά τον αρχηγό των ΑΝΕΛ και, παραβιάζοντας τη συνήθη πολιτική πρακτική, δεν ζήτησε καν να συναντηθεί και με αυτόν, όπως γίνεται συνήθως με συμμαχικές κυβερνήσεις, αλλά ακόμη δέχθηκαν, αδιαμαρτύρητα, την προφανή για τα κίνητρα της κίνηση του να επισκεφθεί τον ηγέτη του «Ποταμιού», το οποίο προορίζεται σαφώς από την Υ/Ε για να παίξει βασικό ρόλο στην έκφραση των συμφερόντων της στην Ελλάδα. Και, σαν να μην έφτανε αυτο, ο ΣΥΡΙΖΑ τού επέτρεψε να παρέμβει και κατάφωρα στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας και να δηλώσει μπροστά στις κάμερες στον τυχάρπαστο αρχηγό του «Ποταμιού» ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να είχε κάνει συνασπισμό με το κόμμα του, και όχι με αυτό των ΑΝΕΛ! Έτσι, ο Τσίπρας, ο οποίος υποτίθεται πως εκλέχτηκε για να αποκαταστήσει την πληγωμένη υπερηφάνεια του ελληνικού λαού— μετά από τις συνεχείς ταπεινώσεις του τα τελευταία χρόνια, όταν κάποιοι από τους δανειστές, δεν είχαν κανένα ενδοιασμό να προτείνουν η Ελλάδα να πουλήσει ακόμη και τον Παρθενώνα για να αποπληρώσει το δάνειο- αντί να πετάξει με τις κλωτσιές τον θρασύτατο αυτόν τύπο, (τον οποίο ο Φάρατζ, ο ηγέτης του Βρετανικού Κόμματος Ανεξαρτησίας UKIP, εύστοχα παρομοίασε με φρουρό στρατοπέδου συγκέντρωσης), —όπως θα έκανε οποιαδήποτε άλλη χώρα με στοιχειώδη σεβασμό στον εαυτό της— εθεάθηκε στις οθόνες της τηλεόρασης να τον αγκαλιάζει σαν παλιό φίλο, όπως θα εκανε και οποιαδήποτε αποικία στον εκπρόσωπο της μητρόπολης!
Η δεύτερη εξέλιξη ήταν η δημόσια επίδειξη της δυσαρέσκειας του κυβερνητικού συνασπισμού ενάντια στην εμφανή πρόθεση των ελίτ της ΕΕ να αγνοήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ στην (υποτίθεται ομόφωνη) ανακοίνωση τους που κατηγορούσαν τους φιλο-Ρώσους αντάρτες (και έμμεσα την ίδια την Ρωσία) για την πρόσφατη επίθεση στη Μαριούπολη και απαιτούσαν νέες αυστηρότερες κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Όμως, στη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ για να συζητηθούν οι κυρώσεις, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, Ν. Κοτζιάς, «ξέχασε» όλες τις ενστάσεις κατά των ίδιων των κυρώσεων, που για λόγους αρχής τόσο ο Τσίπρας όσο και ο ίδιος είχαν εκφράσει στο παρελθόν, και αποδέχτηκε τη συνέχιση των κυρώσεων, με την προϋπόθεση ότι το θέμα θα συζητηθεί εκ νέου τον Σεπτέμβρη (αντί σε ένα χρόνο, όπως ήταν η αρχική πρόταση!). Με άλλα λόγια «δεν έχουμε αντιρρήσεις για τις κυρώσεις καθαυτές, αλλά μόνο για τη διαδικασία, αν θα ξανασυζητηθούν πάλι του χρόνου, ή τον Σεπτέμβρη»! Και φυσικά, όπως δήλωσε η FedericaMogherini, η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής, αμέσως μετά τη συνάντηση στις Βρυξέλλες , «έχουμε δείξει στο ότι η ΕΕ είναι έτοιμη να λάβει περαιτέρω μέτρα καθώς και να προετοιμάσει άλλα μέτρα κατά τις επόμενες εβδομάδες, εάν η κατάσταση δεν βελτιωθεί.» [8] Δηλαδή, αν η ελίτ της ΕΕ, σε κάποια στιγμή κατά τις επόμενες εβδομάδες, ενημερωθεί από τις μαριονέτες της στην Ουκρανία ότι «τα πράγματα δεν πάνε καλά για αυτούς», το σχέδιο για πολύ αυστηρότερες κυρώσεις θα έρθει ξανά στο τραπέζι, και αυτή τη φορά θα ψηφιστεί από όλους, συμπεριλαμβανομένου και του άκρως οπορτουνιστή Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών!
Δείγματα του ακραίου αυτού οπορτουνισμού είναι το παρακάτω ρεπόρτο των Φαϊνάνσιαλ Τάιμςκαι η δήθεν διάψευση του. Όπως έγραφαν οι ΦΤ: «Ο κος Κοτζιάς, πρώην καθηγητής του πανεπιστημίου Πειραιώς – έχει ενστερνιστεί όλο και περισσότερο εθνικιστικές θέσεις, και έχει αναπτύξει σχέσεις με τον Αλεξάντερ Ντούγκιν, τον Ρώσο εθνικιστή φιλόσοφο, (όπως είναι γνωστό ο Ντούγκιν είναι ένας από τους πρωτοπόρους της αρχικής σύλληψης της Ευρασιατικής Ένωσης). κατά τη διάρκεια των επισκέψεών του στη Μόσχα—σύμφωνα με συνάδελφο του ο οποίος επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του».[9] Ωστόσο, ο ίδιος, κατά τη σύνοδο των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, υιοθέτησε πλήρως τη γραμμή της Δύσης για την Ουκρανία. Έτσι, την ίδια ημέρα που ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, Υπουργός Ενέργειας και ηγέτης της Αριστερής τάσης στον ΣΥΡΙΖΑ δήλωνε ότι «Είμαστε κατά του εμπάργκο που έχει επιβληθεί εναντίον της Ρωσίας … Δεν έχουμε διαφορές με τη Ρωσία και το ρωσικό λαό», να τι έκανε ο Κοτζιάς κατά τη συνεδρίαση, όπως αποκάλυψε η Guardian και η Daily Mail. Όπως έγραφε η τελευταία:
Έτσι, όχι μόνο δεν διαμαρτυρήθηκαν όταν αυτός προσέβαλε ουσιαστικά τον αρχηγό των ΑΝΕΛ και, παραβιάζοντας τη συνήθη πολιτική πρακτική, δεν ζήτησε καν να συναντηθεί και με αυτόν, όπως γίνεται συνήθως με συμμαχικές κυβερνήσεις, αλλά ακόμη δέχθηκαν, αδιαμαρτύρητα, την προφανή για τα κίνητρα της κίνηση του να επισκεφθεί τον ηγέτη του «Ποταμιού», το οποίο προορίζεται σαφώς από την Υ/Ε για να παίξει βασικό ρόλο στην έκφραση των συμφερόντων της στην Ελλάδα. Και, σαν να μην έφτανε αυτο, ο ΣΥΡΙΖΑ τού επέτρεψε να παρέμβει και κατάφωρα στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας και να δηλώσει μπροστά στις κάμερες στον τυχάρπαστο αρχηγό του «Ποταμιού» ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να είχε κάνει συνασπισμό με το κόμμα του, και όχι με αυτό των ΑΝΕΛ! Έτσι, ο Τσίπρας, ο οποίος υποτίθεται πως εκλέχτηκε για να αποκαταστήσει την πληγωμένη υπερηφάνεια του ελληνικού λαού— μετά από τις συνεχείς ταπεινώσεις του τα τελευταία χρόνια, όταν κάποιοι από τους δανειστές, δεν είχαν κανένα ενδοιασμό να προτείνουν η Ελλάδα να πουλήσει ακόμη και τον Παρθενώνα για να αποπληρώσει το δάνειο- αντί να πετάξει με τις κλωτσιές τον θρασύτατο αυτόν τύπο, (τον οποίο ο Φάρατζ, ο ηγέτης του Βρετανικού Κόμματος Ανεξαρτησίας UKIP, εύστοχα παρομοίασε με φρουρό στρατοπέδου συγκέντρωσης), —όπως θα έκανε οποιαδήποτε άλλη χώρα με στοιχειώδη σεβασμό στον εαυτό της— εθεάθηκε στις οθόνες της τηλεόρασης να τον αγκαλιάζει σαν παλιό φίλο, όπως θα εκανε και οποιαδήποτε αποικία στον εκπρόσωπο της μητρόπολης!
Η δεύτερη εξέλιξη ήταν η δημόσια επίδειξη της δυσαρέσκειας του κυβερνητικού συνασπισμού ενάντια στην εμφανή πρόθεση των ελίτ της ΕΕ να αγνοήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ στην (υποτίθεται ομόφωνη) ανακοίνωση τους που κατηγορούσαν τους φιλο-Ρώσους αντάρτες (και έμμεσα την ίδια την Ρωσία) για την πρόσφατη επίθεση στη Μαριούπολη και απαιτούσαν νέες αυστηρότερες κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Όμως, στη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ για να συζητηθούν οι κυρώσεις, ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, Ν. Κοτζιάς, «ξέχασε» όλες τις ενστάσεις κατά των ίδιων των κυρώσεων, που για λόγους αρχής τόσο ο Τσίπρας όσο και ο ίδιος είχαν εκφράσει στο παρελθόν, και αποδέχτηκε τη συνέχιση των κυρώσεων, με την προϋπόθεση ότι το θέμα θα συζητηθεί εκ νέου τον Σεπτέμβρη (αντί σε ένα χρόνο, όπως ήταν η αρχική πρόταση!). Με άλλα λόγια «δεν έχουμε αντιρρήσεις για τις κυρώσεις καθαυτές, αλλά μόνο για τη διαδικασία, αν θα ξανασυζητηθούν πάλι του χρόνου, ή τον Σεπτέμβρη»! Και φυσικά, όπως δήλωσε η FedericaMogherini, η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής, αμέσως μετά τη συνάντηση στις Βρυξέλλες , «έχουμε δείξει στο ότι η ΕΕ είναι έτοιμη να λάβει περαιτέρω μέτρα καθώς και να προετοιμάσει άλλα μέτρα κατά τις επόμενες εβδομάδες, εάν η κατάσταση δεν βελτιωθεί.» [8] Δηλαδή, αν η ελίτ της ΕΕ, σε κάποια στιγμή κατά τις επόμενες εβδομάδες, ενημερωθεί από τις μαριονέτες της στην Ουκρανία ότι «τα πράγματα δεν πάνε καλά για αυτούς», το σχέδιο για πολύ αυστηρότερες κυρώσεις θα έρθει ξανά στο τραπέζι, και αυτή τη φορά θα ψηφιστεί από όλους, συμπεριλαμβανομένου και του άκρως οπορτουνιστή Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών!
Δείγματα του ακραίου αυτού οπορτουνισμού είναι το παρακάτω ρεπόρτο των Φαϊνάνσιαλ Τάιμςκαι η δήθεν διάψευση του. Όπως έγραφαν οι ΦΤ: «Ο κος Κοτζιάς, πρώην καθηγητής του πανεπιστημίου Πειραιώς – έχει ενστερνιστεί όλο και περισσότερο εθνικιστικές θέσεις, και έχει αναπτύξει σχέσεις με τον Αλεξάντερ Ντούγκιν, τον Ρώσο εθνικιστή φιλόσοφο, (όπως είναι γνωστό ο Ντούγκιν είναι ένας από τους πρωτοπόρους της αρχικής σύλληψης της Ευρασιατικής Ένωσης). κατά τη διάρκεια των επισκέψεών του στη Μόσχα—σύμφωνα με συνάδελφο του ο οποίος επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του».[9] Ωστόσο, ο ίδιος, κατά τη σύνοδο των Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, υιοθέτησε πλήρως τη γραμμή της Δύσης για την Ουκρανία. Έτσι, την ίδια ημέρα που ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, Υπουργός Ενέργειας και ηγέτης της Αριστερής τάσης στον ΣΥΡΙΖΑ δήλωνε ότι «Είμαστε κατά του εμπάργκο που έχει επιβληθεί εναντίον της Ρωσίας … Δεν έχουμε διαφορές με τη Ρωσία και το ρωσικό λαό», να τι έκανε ο Κοτζιάς κατά τη συνεδρίαση, όπως αποκάλυψε η Guardian και η Daily Mail. Όπως έγραφε η τελευταία:
Όμως, αυτό δεν ήταν το τέλος του απόλυτου οπορτουνισμού του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησής του. Μετά την παραπάνω αναφορά των Financial Times, o νέος”Αριστερός”Έλληνας Υπουργός Εξωτερικών(που είναι γνωστός για την εξειδίκευση του στον πολιτικό οπορτουνισμό, έχοντας μετακινηθεί από κομμουνιστικό στέλεχος του ΚΚΕ, στους απατεώνες του ΠΑΣΟΚ και του Γιωργάκη Παπανδρέου, και τώρα τον ΣΥΡΙΖΑ) δεν είχε κανέναν ενδοιασμό να προχωρήσει σε μια σαφή αυτο-γελοιοποίηση, με προφανή στόχο να κάνει τον εαυτό του αρεστό στα αφεντικά του στην ΕΕ και την ΥΕ. Έτσι, όχι μόνο σε δήλωσή του την επόμενη μέρα αρνήθηκε ότι πήγε ποτέ στη Μόσχα για να συναντήσει τον Ντούγκιν αλλά έφτασε στο σημείο να δηλώσει ότι ποτέ δεν κάλεσε τον Ντούγκιν σε διάλεξή του στο Πανεπιστήμιο, και ότι, στην πραγματικότητα, ο Ντούγκιν …αυτοπροσκλήθηκε να δώσει μια διάλεξη στις 12 Απριλίου, 2013.![11] Φυσικά, όποιος έχει διδάξει σε πανεπιστήμιο, ξέρει πολύ καλά ότι είναι αδύνατο κάποιος να αυτοπροσκληθεί να δώσει μια διάλεξη, στον χρόνο που έχει παραχωρηθεί για διαλέξεις σε κάποιο Πανεπιστήμιο, χωρίς να του έχει δοθεί άδεια είτε από τον ίδιο η/ και το Πανεπιστήμιο.«Σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών της Ιταλίας, ο Κοτζιάς ανακοίνωσε στη συνάντηση: “Δεν είμαι μαριονέτα των Ρώσων.” και υπέγραψε μια έντονα διατυπωμένη δήλωση η οποία κήρυσσε την Μόσχα υπεύθυνη για τη βία στην ανατολική Ουκρανία και απαιτούσε να σταματήσει την υποστήριξή της προς τους αυτονομιστές …. “Δεν είμαστε ενάντια σε κάθε κύρωση”, ο Κοτζιάς είπε αργότερα. “Είμαστε με το γενικότερο ρεύμα, δεν είμαστε τα κακά παιδιά”».[10]
Ωστόσο, αυτή ήταν μια μοναδική ευκαιρία για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να εκφράσει αρνητική στάση σχετικά με τις κυρώσεις, ουσιαστικά μπλοκάροντάς τες. Κάτι τέτοιο θα ήταν ένα πολύ σοβαρό πλήγμα για την Υ/Ε σε μια εποχή, κατά την οποία η επίθεσή της εναντίον της Ρωσίας έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, με το κοινοβούλιο του καθεστώτος-μαριονέτας στο Κίεβο να ζητά από τον ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ κ.λπ., να κηρύξουν τη Ρωσία ως «επιτιθέμενο κράτος»[12] ,ενώ η η βρετανική καθεστωτική εφημερίδα The Times προωθεί την άποψη (σε πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ) ότι ο Πούτιν δεν είναι «τίποτα περισσότερο από έναν κοινό εγκληματία που φορά τη στολή αρχηγού κράτους»![13] Είναι ξεκάθαρο ότι μια τέτοια επίθεση, η οποία συνοδεύτηκε από την κατάταξη του Ρωσικού δικτύου RT (Russia Today) στην ίδια κατηγορία με την ISIS,[14] δείχνει την σαφή πρόθεση της Υ/Ε να δαιμονοποιήσει τη Ρωσία και την ηγεσία της, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως είχε κάνει με το Ιράκ και τον Σαντάμ ή τη Λιβύη και τον Καντάφι, λίγο πριν την έναρξη των βάρβαρων επιθέσεων εναντίον τους. Έτσι, φάνηκε ότι η αρχική εχθρική ελληνική αντίδραση στις κυρώσεις είχε να κάνει μόνο με τη διαδικασία για τη λήψη απόφασης σχετικά με αυτές, παρά με την ουσία του θέματος αυτή καθεαυτή. Με την έννοια αυτή, το σχόλιο του Flores για το θέμα ήταν και πάλι εύστοχο —δηλαδή, ότι η όλη φασαρία έγινε επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ απλώς επιχείρησε μια κίνηση τακτικής, έτσι ώστε «να μπορεί να αξιοποιήσει την απειλή να επιλέξει τη Ρωσο-Τουρκική γραμμή φυσικού αερίου (SOUTH STREAM 2.0 / Nabucco Revisited), για να πάρει άδεια από την Τρόικα (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), με στόχο την αύξηση του χρέους ώστε να αμβλυνθεί η λιτότητα».[15] Όταν όμως, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτζ, ο οποίος επισκεπτόταν την Αθήνα την ίδια μέρα προειδοποίησε τον Τσίπρα να μην χρησιμοποιήσει το θέμα των κυρώσεων ως μοχλό, ο τελευταίος έκανε κανονική «κωλοτούμπα» στο θέμα των κυρώσεων και ακολούθησε την γραμμή της ΕΕ (παρά τις δικολαβίστικες «εξηγήσεις» του Κοτζιά)! Κάτι που θα φανεί ακόμη καθαρότερα αν το θέμα των κυρώσεων επανέλθει στη Σύνοδο Κορυφής στις 12 Φλεβάρη, όπου αναμένεται να επιβληθούν ακόμη χειρότερες κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Στο μεταξύ, ο Τσίπρας ουσιαστικά απέρριψε και την πρόταση να εξετάσει την περίπτωση χορήγησης δανείου από τη Ρωσία[16] (αντί από την Υ/Ε), πρoφανώς γιατί προτιμά να πληρώνουν οι Έλληνες στο διηνεκές τόκους σε αυτή, σύμφωνα με το «μεγαλοφυές» σχέδιο του ποπ Τσάρου…
Συμπερασματικά, υπήρχαν δύο βασικές επιλογές μεταξύ των οποίων έπρεπε να διαλέξει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ:
α) η πρώτη ήταν ο δρόμος της υποταγής στις απαιτήσεις της ΥΕ και της ΕΕ, με κάποιες μικρο-παραχωρήσεις σε αντάλλαγμα από τις ελίτ (π.χ. σχετικά με τους όρους αποπληρωμής του χρέους ή ίσως ακόμη και το κούρεμα μέρος του), οι οποίες πάντως δεν θα επηρέαζαν τις βασικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη επιβληθεί και θα ολοκληρωθούν: Δηλαδή, το άνοιγμα και την απελευθέρωση των αγορών και τη συνακόλουθη ολοκλήρωση της διαδικασίας να στερηθεί η Ελλάδα της δυνατότητας να ανακτήσει οποιαδήποτε οικονομική και εθνική κυριαρχία στο μέλλον: από τον έλεγχο του δικού της νομίσματος μέχρι τον έλεγχο της δημοσιονομικής πολιτικής της. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα αυτής της στροφής του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν να διαιωνίσει απλώς την παρούσα οικονομική και κοινωνική καταστροφή και να οδηγήσει στο θάνατο της Αριστεράς στη Μεσογειακή Ευρώπη, ύστερα από τον θάνατο της στην υπόλοιπη Ευρώπη. Εξίσου αναπόφευκτο, σε αυτή την περίπτωση, θα ήταν ότι το κενό θα καλυφθεί είτε από τα εθνικιστικά αντί-ΕΕ κόμματα ή, από τις κυβερνήσεις του Λαϊκού Μετώπου, όπως προτείνει το ΜΕΚΕΑ. Τώρα ξέρουμε ότι στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ εγκατέλειψε εντελώς κάθε απόπειρα κουρέματος του Χρέους αφού αποδέχθηκε τις αλχημείες του «Τσάρου» να αντικατασταθεί ΟΛΟΚΛΗΡΟ το Χρέος με τα νέα ομόλογα που προτείνει…
β) η δεύτερη ήταν ο δρόμος της αντίστασης που συνεπάγεται την άμεση μονομερή έξοδο από την ΕΕ και την Ευρωζώνη και θα επέτρεπε την επιβολή αυστηρών ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων, την επανεισαγωγή του εθνικού νομίσματος, την εθνικοποίηση όλων των τραπεζών, συμπεριλαμβανομένης της Τράπεζας της Ελλάδας, την κοινωνικοποίηση όλων των βιομηχανιών που καλύπτουν βασικές ανάγκες, καθώς και εκείνων που αφορούν τον κοινωνικό πλούτο (πετρέλαιο, λιγνίτης, χρυσό κλπ). Περιττό να προσθέσουμε ότι οι γεωπολιτικοί προσανατολισμοί της Ελλάδας θα πρέπει επίσης να αλλάξουν δραστικά, έτσι ώστε να μην γίνει η χώρα στόχος ενός νέου «πραξικοπήματος από τα κάτω», σαν αυτο που επιτυχώς οργάνωσε η Υ/Ε στην Ουκρανία. Για τον σκοπό αυτό, η έξοδος από την ΕΕ θα έπρεπε να συνοδεύεται από παράλληλη αίτηση για ένταξη στην Ευρασιατική Ένωση, έτσι ώστε σε περίπτωση που η Κύπρος και η Τουρκία επίσης ενταχθούν σε αυτή, (όπως είναι πολύ πιθανό), να είναι όλες τους, ως ισότιμα κυρίαρχα κράτη, σε θέση να λάβουν μέρος στις διαπραγματεύσεις για την ορθολογική επίλυση όλων των γεωπολιτικών και οικονομικών προβλημάτων μεταξύ τους, σε πνεύμα αλληλεγγύης. Δηλαδή, όλων αυτών των προβλημάτων, τα οποία, μέχρι τώρα, τα χρησιμοποιούσε η Δύση και σήμερα η Υ/Ε, προκειμένου να χωρίζουν τους λαούς σε αυτό το τμήμα της Μεσογείου, ώστε να μπορούν να τους ελέγχουν καλύτερα, ενώ ταυτόχρονα τους έδιναν τη δυνατότητα να επεκτείνουν συνεχώς τις ιδιαίτερα κερδοφόρες πωλήσεις όπλων σε αυτούς. Έτσι, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν οι βάσεις για μια πραγματικά νέα δημοκρατική κοινότητα κυρίαρχων εθνών, στη θέση της παρούσας εγκληματικής Νέας Διεθνούς Τάξης.
Με βάση τις πρώτες 100 ώρες του ΣΥΡΙΖΑ (δεν χρειάζεται νομίζω να περιμένει κανείς 100 ημέρες — «η καλή ημέρα από το πρωί φαίνεται»!) είναι ασφαλές να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι η πρώτη επιλογή παραπάνω είναι αυτή που ήδη επιλέχτηκε από την αποπροσανατολιστική ρεφορμιστική Αριστερά που ανέλαβε την κυβέρνηση στην Ελλάδα! Είναι μάλιστα εντυπωσιακό ότι κατά το ίδιο σύντομο χρονικό διάστημα των πρώτων 100 ωρών φάνηκε όλη η εξαπάτηση που χρησιμοποίησαν στην «Αριστερά» αυτή για να καταλάβουν την εξουσία. Πριν από λίγους μήνες ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ δήλωναν την πρόθεσή τους να σκίσουν το «Μνημόνιο». Σε 48 ώρες από τη νίκη που ακολούθησαν τη νίκη τους στις εκλογές ο Γιάννης Δραγασάκης, ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, ο οποίος αναμένεται να επιβλέπει τις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, δήλωνε ότι «το Μνημόνιο έχει τελειώσει για μας. Θα παρουσιάσουμε το δικό μας πρόγραμμα»,[17] πράγμα που σήμαινε ότι αντί για σκίσιμο των Μνημονίων, η κυβέρνηση απλά θα επαναδιαπραγματευόταν τους όρους της δανειακής σύμβασης, χωρίς να αθετήσουμε τις θεσμικές μας δεσμεύσεις. Μετά όμως από άλλες 48 ώρες, ήρθε η τελική προσγείωση. Όπως δήλωσε ο «ποπ Τσάρος της Οικονομίας» που ανέλαβε να μας σώσει από την κρίση, απλά με τις «ευφυείς» ιδέες του με τις οποίες προφανώς θα ξεγέλαγε τους «κουτόφραγκους», χωρίς να χρειάζεται σύγκρουση με κανένα!: «Δεν είμαστε εδώ για να συγκρουστούμε με την Ευρώπη. Δεν θέλουμε καν να διαπραγματευτούμε με τους Ευρωπαίους πιστωτές μας. Εμείς απλά θέλουμε να διαβουλευτούμε.»[18] Αυτό που εννοούσε βέβαια ήταν το σχέδιο «έξυπνης μηχανικής του Χρέους», όπως σε μια πράξη πολιτικής εξαπάτησης το το ονόμασε, που φυσικά δεν συνεπαγόταν καμιά σύγκρουση με κανένα, αφού απλά έδινε άλλο όνομα στις ίδιες υποχρεώσεις που συνέθλιψαν τον Ελληνικό λαό, εξασφαλίζοντας συγχρόνως με τη μεγαλοφυή λύση του την παντοτινή εξάρτηση της Ελλάδας στην Υ/Ε, όσον αφορά τα ομόλογα και την ΕΚΤ.
Φυσικά αυτό δεν προκαλεί έκπληξη, καθώς τόσο οι ελίτ της ΕΕ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν ένα κοινό στόχο: να κρατήσουν την Ελλάδα μέσα στην ΕΕ και την Ευρωζώνη. Αυτό που τρέμουν η ΕΕ και η Υ/Ε δεν είναι φυσικά κάποια οικονομική καταστροφή που μπορεί να προκληθεί από ενδεχόμενο Grexit (αυτό είναι απολύτως διαχειρίσιμο), αλλά το γεγονός ότι στην περίπτωση που η Ελλάδα στο μέλλον ακολουθήσει ριζοσπαστικές πολιτικές που περιλαμβάνουν και τη ρήξη με την ΝΔΤ αυτό θα αποτελούσε παράδειγμα προς όλους τους άλλους λαούς στον κόσμο που υποφέρουν κάτω από την παγκοσμιοποίηση και τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, κάτι που δεν μπορούσαν να ανεχθούν.
Υ.Γ. Ο τρόπος, με τον οποίο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα μας βγάλει δήθεν από την καταστροφή, έγινε απόλυτα σαφής τις τελευταίες μέρες με τα ταξίδια Τσίπρα και του Τσάρου της Οικονομίας στην Ευρώπη. Είναι πλέον προφανές ότι μια τεράστια αποπροσανατολιστική εκστρατεία έχει ξεκινήσει από την ελληνική κυβέρνηση, σε συνεργασία με τις ελίτ της ΕΕ και την ΥΕ, για να συγκαλύψει το σημερινό ξεπούλημα του ΣΥΡΙΖΑ. Φαίνεται πως το ξεπούλημα αυτό θα περιλαμβάνει την αναχρηματοδότηση της κεντρικής κυβέρνησης και του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, μέσα από κάποια συμφωνία-γέφυρα, μέχρι να εφαρμοστεί το «μεγαλοφυές» σχέδιο του Τσάρου που ανάφερα παραπάνω, δήθεν για να τελειώσει η λιτότητα, και ο στόχος να είναι πια η ανάπτυξη.[19] Φυσικά, δεδομένου ότι όλοι οι ενδιαφερόμενοι που ανήκουν στην Υ/Ε, από τις ευρω-ελίτ μέχρι τον Ομπάμα, έχουν θέσει ως βασική προϋπόθεση για οποιαδήποτε συμφωνία την αυστηρή εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αυτό σημαίνει ότι εκείνο στο οποίο στοχεύει αυτή τη στιγμή η «αριστερή» ελληνική κυβέρνηση, είναι η εφαρμογή των ίδιων μέτρων όπως πριν (ίσως σε μια ηπιότερη μορφή) με διαφορετικά ονόματα. Αντί της «τρόικας», μπορεί να υπάρχει κάποιο είδος επιτροπής εποπτείας που θα εκπροσωπεί και πάλι τους ίδιους θεσμούς (ΔΝΤ, ΕΕ, ΕΚΤ) και θα έχει βασικά παρόμοιες λειτουργίες με αυτές της τρόικας (εξασκούμενες με λιγότερο άγαρμπο τρόπο!). Ακόμη, αντί για λιτότητα (που επέβαλλαν οι «κακοί» Γερμανοί κλπ.), τώρα στόχος θα είναι η ανάπτυξη, όπως προτείνει και ο «καλός» Ομπάμα. Όμως, για επιτευχθεί ανάπτυξη σε μια διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, όπου οι αγορές κεφαλαίου, εμπορευμάτων, εργασίας είναι ανοικτές, θα πρέπει να ελαχιστοποιηθούν οι δημόσιες επενδύσεις, και ιδιώτες επενδυτές (ντόπιοι και ξένοι) θα πρέπει να αναλάβουν το έργο να καταστήσουν την οικονομία πιο ανταγωνιστική. Αυτό σημαίνει ότι το κράτος πρέπει να βοηθήσει την προσπάθεια τους με ακόμα περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να καταστεί πιο ανταγωνιστική η εργασία, πιο μικρή η φορολόγηση των επιχειρήσεων και, ταυτόχρονα, να παρουσιάζονται και κάποια «μικρά πλεονάσματα στον προϋπολογισμό» που θα εξασφαλίζουν τη δημοσιονομική σταθερότητα. Πράγμα που αναγκαστικά σημαίνει είτε περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, ή / και περικοπές στον δημόσιο τομέα. Δηλαδή πάλι λιτότητα. Άλλωστε η «ανάπτυξη» του Ομπάμα, ως γνωστόν, έχει συνοδευτεί με άγρια λιτότητα όσον αφορά τους πραγματικούς μισθούς, όπως άλλωστε συμβαίνει σήμερα και στη Βρετανία!
Με άλλα λόγια, η όλη φασαρία ήταν για να εξαπατηθεί ο ελληνικός λαός και να δεχθεί τη συνέχιση και επέκταση των «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» (κάτι που οι εξοφλημένοι Σαμαρο-Βενιζέλοι δεν μπορούσαν πια να κάνουν) ώστε να έχουμε μια «ανάπτυξη» Αγγλοσαξωνικού τύπου, όπου η ανεργία πχ στη Βρετανία πέφτει αλλά, βασικά, διότι «οι εργάτες δέχθηκαν τις μεγαλύτερες περικοπές στους πραγματικούς μισθούς τους από τον καιρό της Βικτωρίας»![20] Έτσι η “ανάπτυξη” του ΣΥΡΙΖΑ ουσιαστικά θα αποτελεί λιτότητα σε άλλη συσκευασία! Δεν είναι επομένως περίεργο ότι ο «pop τσάρος», τόνισε στη συνέντευξη μετά τις συνομιλίες με τον Γάλλο Υπ. Οικονομικών ότι «η Ευρώπη έρχεται πρώτη», [21] ενώ έδειξε ταυτόχρονα τη βαθιά άγνοια του σχετικά με τα αναπτυξιακά προβλήματα που δημιουργούνται σε μια οικονομική ένωση μελών σε άνισα επίπεδα ανάπτυξης. Όμως, κάθε οικονομολόγος, ακόμη και δευτεροετείς φοιτητές στα οικονομικά, γνωρίζουν πως ακόμη και μέσα στην ίδια χώρα, σε μια οικονομία της αγοράς, υπάρχουν πάντα τεράστιες περιφερειακές διαφορές, πόσο μάλλον εντός μιας οικονομικής Ένωσης όπως η Ευρωζώνη, για την οποία σημειώνεται ότι “είναι τόσο εξωφρενικά διαφορετικές οι οικονομίες μέσα σε αυτή, που μια μελέτη διαπίστωσε ότι θα ήταν πιο λογικό να δημιουργηθεί μια νομισματική ένωση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών των οποίων το όνομα ξεκινά από το γράμμα «Μ» από ό,τι μεταξύ των σημερινών κρατών μελών.!» [22] Ωστόσο, ο «χαρισματικός» κ. Βαρουφάκης υποστήριξε σήμερα ότι αν κάποιος θίξει το θέμα ύπαρξης «Νοτίων» έναντι «Βορείων» εντός της ΕΕ θα είναι αντι-Ευρωπαίος. Όλα αυτά ήταν βέβαια μελωδία στα αυτιά των ελίτ, ειδικά όταν προέρχονται από έναν εκπρόσωπο της πρώτης «αριστερής» κυβέρνησης στην μεταπολεμική Ευρώπη…
* Μια σημαντικά συντομότερη πρώτη εκδοχή του άρθρου αυτού πρωτοδημοσιεύτηκε στην Pravda.ru , καθώς και αναδημοσιεύτηκε στο Global Research. Η εκδοχή αυτή στηρίζεται στη διευρυμένη, με βάση τις τελευταίες εξελίξεις, δεύτερη εκδοχή του άρθρου, (με κάποιες τροποποιήσεις) που δημοσιεύτηκε στο διεθνές θεωρητικό περιοδικό The International Journal of INCLUSIVE DEMOCRACY. Η μετάφραση είναι των Κώστα Κατσούλα, Δημήτρη Μπατζάκη και Πάνου Λιβιτσάνου.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου