Ο Δημήτριος Α΄ ο Πολιορκητής (337 - 283 π.Χ.) ήταν ένας από
τους Διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, κεντρικό πρόσωπο κατά τους αιματηρούς
πολέμους που ξέσπασαν γύρω από την επικράτηση στα εδάφη της ανατολικής
Μεσογείου μετά το θάνατο του Μακεδόνα στρατηλάτη. Υπήρξε γιος του επιφανούς στρατηγού του
Αλεξάνδρου, Αντίγονου του Μονόφθαλμου, στρατεύματα του οποίου διοίκησε με
μεγάλη ικανότητα και την ασιατική αυτοκρατορία του οποίου αποπειράθηκε να
επανακτήσει.
Εκστρατεία στην Αθήνα (307 π.Χ.)
Το 307 π.Χ. ο Δημήτριος έλαβε από τον πατέρα του ισχυρότατο
στόλο και στρατεύματα - 250 πλοία και 5.000 ασημένια τάλαντα κατά τον Πλούταρχο
- προκειμένου να αποσπάσει την
ηπειρωτική Ελλάδα από την επιρροή του Κάσσανδρου και του Πτολεμαίου, άσχετα με
το γεγονός ότι η συνθήκη του 311 π.Χ. όριζε ρητά την αυτονομία των ελληνικών
πόλεων. Πρώτος στόχος τέθηκε η Αθήνα, στρατιωτικός διοικητής της οποίας ήταν
επί μία δεκαετία ο φιλόσοφος και πολιτικός, Δημήτριος ο Φαληρεύς.
Ο Δημήτριος απέπλευσε από την Έφεσο διαθέτοντας στο
οπλοστάσιό του ισχυρές και καινοτόμες πολιορκητικές μηχανές. Προσέγγισε την
ακτή χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα καθώς αρχικά η φρουρά θεώρησε πως επρόκειτο για
τον πτολεμαϊκό στόλο. Η πολιορκία των Αθηνών ξεκίνησε
με σφοδρή επίθεση στον Πειραιά. Απέναντί του στάθηκε ο ίδιος ο Δημήτριος ο Φαληρεύς, καθώς και ο Διονύσιος, διοικητής της φρουράς του λιμένος της Μουνιχίας. Σε διάστημα μίας ημέρας περίπου ο Πειραιάς κατελήφθη, με αποτέλεσμα ο Δημήτριος να στραφεί κατά της Μουνιχίας από στεριά και θάλασσα. Ο Διονύσιος είχε το πλεονέκτημα του εδάφους, ωστόσο ο Δημήτριος αφενός είχε ισχυρότατο εξοπλισμό, αφετέρου την πολυτέλεια να εναλλάσσει συνεχώς τους στρατιώτες του ώστε να μην εξαντλούνται. Μετά από δύο δύσκολες ημέρες, οπότε και τα τείχη είχαν σχεδόν πια καταστραφεί, οι αμυνόμενοι παραδόθηκαν και ο Διονύσιος συνελήφθη ζωντανός. Ο Δημήτριος ο Φαληρεύς είχε ήδη διασφαλίσει μέσω συμφωνίας τη διαφυγή του πρώτα στη Θήβα[38] και κατόπιν στην αυλή του Πτολεμαίου στην Αίγυπτο. Το φρούριο της Μουνιχίας ισοπεδώθηκε. Ομοίως, είτε λίγο πριν είτε λίγο μετά την οριστική κατάληψη του οχυρού αυτου, ο Δημήτριος απάλλαξε και τους Μεγαρείς από τη μακεδονική φρουρά που επιτηρούσε την πόλη τους, κερδίζοντας τιμές.
με σφοδρή επίθεση στον Πειραιά. Απέναντί του στάθηκε ο ίδιος ο Δημήτριος ο Φαληρεύς, καθώς και ο Διονύσιος, διοικητής της φρουράς του λιμένος της Μουνιχίας. Σε διάστημα μίας ημέρας περίπου ο Πειραιάς κατελήφθη, με αποτέλεσμα ο Δημήτριος να στραφεί κατά της Μουνιχίας από στεριά και θάλασσα. Ο Διονύσιος είχε το πλεονέκτημα του εδάφους, ωστόσο ο Δημήτριος αφενός είχε ισχυρότατο εξοπλισμό, αφετέρου την πολυτέλεια να εναλλάσσει συνεχώς τους στρατιώτες του ώστε να μην εξαντλούνται. Μετά από δύο δύσκολες ημέρες, οπότε και τα τείχη είχαν σχεδόν πια καταστραφεί, οι αμυνόμενοι παραδόθηκαν και ο Διονύσιος συνελήφθη ζωντανός. Ο Δημήτριος ο Φαληρεύς είχε ήδη διασφαλίσει μέσω συμφωνίας τη διαφυγή του πρώτα στη Θήβα[38] και κατόπιν στην αυλή του Πτολεμαίου στην Αίγυπτο. Το φρούριο της Μουνιχίας ισοπεδώθηκε. Ομοίως, είτε λίγο πριν είτε λίγο μετά την οριστική κατάληψη του οχυρού αυτου, ο Δημήτριος απάλλαξε και τους Μεγαρείς από τη μακεδονική φρουρά που επιτηρούσε την πόλη τους, κερδίζοντας τιμές.
Με τον τρόπο αυτό η Αθήνα, η οποία είχε χάσει την αυτονομία
της κατά τη διάρκεια του Λαμιακού Πολέμου δεκαπέντε χρόνια πριν, ανέκτησε το
παλαιό της πατροπαράδοτο δημοκρατικό πολίτευμα. Οι πολίτες εξέφρασαν την
ευγνωμοσύνη τους με εξωφρενικές τιμές: ψήφισαν την ανέγερση χρυσών αγαλμάτων
του Δημητρίου και του Αντίγονου στο πλευρό εκείνων που απεικόνιζαν τους
τυραννοκτόνους Αρμόδιο και Αριστογείτονα, την απόδοση και στους δύο χρυσών
στεμμάτων κόστους διακοσίων ταλάντων, την ανέγερση βωμού προς τιμήν των
«Σωτήρων», την προσθήκη δύο φυλών στις ήδη υπάρχουσες δέκα οι οποίες θα
ονομάζονταν «Δημητριάς» και «Αντιγονίς», την ετήσια διεξαγωγή αγώνων προς τιμήν
τους με τελετές και θυσίες, καθώς και την ύφανση των πορτραίτων τους στον πέπλο
του αγάλματος της θεάς Αθηνάς. Με τη σειρά του ο Αντίγονος τους παραχώρησε
μεγάλη ποσότητα σίτου και ξυλείας για την κατασκευή εκατό πλοίων, καθώς και τη
νήσο Ίμβρο.
Σύζυγοι και ερωμένες
Ο πρώτος γάμος του Δημητρίου έλαβε χώρα σε απροσδιόριστη
στιγμή κατά την περίοδο 319 - 315 π.Χ. όταν βρισκόταν ακόμη στο τέλος της
εφηβικής του ηλικίας.[44] Ως νύφη επιλέχτηκε μια γυναίκα, γνωστή για τον
ενάρετο χαρακτήρα και τη σωφροσύνη της: η Φίλα, κόρη του Αντιπάτρου. Εντούτοις
το ζευγάρι πρέπει να το χώριζε μεγάλη διαφορά ηλικίας, καθώς η Φίλα είχε ήδη
στο ενεργητικό της δύο γάμους. Ο Πλούταρχος μας πληροφορεί πως ο νεαρός
αντιστάθηκε τότε στην ένωση αυτή, εντούτοις ενέδωσε τελικά στην επιμονή του
πατέρα του. Κατά τη διάρκεια των μακρόχρονων εκστρατειών του Δημητρίου και των
μεγάλων εναλλαγών της τύχης που υπέστη, η Φίλα έστελνε στο σύζυγό της γράμματα
και ακριβά δώρα, ενώ μεσολάβησε στον Κάσσανδρο για να πάψει η διαμάχη ανάμεσα
στον αδελφό και στον άντρα της. Το ζευγάρι απέκτησε δύο παιδιά, τη Στρατονίκη,
μετέπειτα σύζυγο του Σέλευκου, και τον Αντίγονο Γονατά, η καταγωγή του οποίου
από τη γενιά του Αντιπάτρου αποτέλεσε σημαντικό πλεονέκτημα κατά τη διεκδίκηση
του θρόνου της Μακεδονίας. Κατά τη διάρκεια της πρώτης του αυτής παραμονής του
στην Αθήνα, ο Δημήτριος νυμφεύτηκε επίσης την Ευρυδίκη, μια απόγονο του ένδοξου
στρατηγού Μιλτιάδη. Η γυναίκα αυτή ήταν χήρα, καθώς είχε υπάρξει στο παρελθόν σύζυγος
του Οφέλλα, ηγεμόνα της Κυρηναϊκής στη Βόρεια Αφρική. Οι Αθηναίοι θεώρησαν το
γεγονός μεγάλη τιμή και κολακεία προς την πόλη τους. Το ζευγάρι μαθαίνουμε πως
απέκτησε έναν γιο που ονομάστηκε Κόρραγος. Μέχρι το τέλος της ζωής του, ο
Δημήτριος απέκτησε τουλάχιστον τρεις ακόμη επίσημες συζύγους, χωρίς απαραιτήτως
να παίρνει διαζύγιο από τις προηγούμενες. Χαρακτηριστικά ο Πλούταρχος αναφέρει
πως συνευρισκόταν ελεύθερα με πολλές εταίρες, αλλά και με πολλές γυναίκες
ελεύθερης καταγωγής, και πως ως προς το θέμα αυτό κατείχε τη χειρότερη φήμη
ανάμεσα στους συγχρόνους του βασιλείς.
Οι αρχαίες πηγές παραθέτουν πολλές «πικάντικες» λεπτομέρειες
από την ερωτική ζωή του Δημητρίου, παραδίδοντάς μας πολλά ονόματα γυναικών που
σύναψαν σχέσεις μαζί του: Μανία, Δημώ, Λέαινα, Χρυσηίδα, Αντικύρα και κυρίως τη
Λάμια, με την οποία υπήρξε παράφορα ερωτευμένος, αποκτώντας μαζί της και μία
κόρη, τη Φίλα. Η Λάμια εργαζόταν ως μουσικός και εταίρα, και βρισκόταν ήδη σε
προχωρημένη ηλικία, όταν έπεσε στα χέρια του Δημητρίου ανάμεσα στα λάφυρα που ο
τελευταίος απέσπασε από τον Πτολεμαίο. Η επιρροή που ασκούσε στο βασιλιά με τις
καλλονές της ήταν τόσο διαβόητη, που δεν έμενε ασχολίαστη από τους εχθρούς του,
ενώ ένας κωμικός ποιητής κάποτε την παρομοίασε με την «ἑλέπολιν», την
ξακουστότερη πολιορκητική μηχανή που κατασκεύασε ποτέ ο Δημήτριος. Τόσο στην
Αθήνα, όσο και στη Σικυώνα, μάλιστα, ανεγέρθη ιερό αφιερωμένο στη Λάμια
Αφροδίτη (στην Αθήνα υπήρχε και δεύτερο αφιερωμένο στη Λέαινα Αφροδίτη).
Από την προσοχή του Δημητρίου δεν διέφευγαν ούτε τα νεαρά
αγόρια. Από τον Πλούταρχο μαθαίνουμε πως κάποτε πολιόρκησε ασφυκτικά έναν
ιδιαίτερα όμορφο Αθηναίο έφηβο, το Δημοκλή. Ο τελευταίος δεν ενέδωσε ούτε στα
δώρα, ούτε στις απειλές, και άρχισε να αποφεύγει τις δημόσιες εμφανίσεις. Όταν
όμως κάποια ημέρα ο Δημήτριος του έκλεισε το δρόμο τη στιγμή που βρισκόταν σε
ένα ιδιωτικό λουτρό, προκειμένου να αποφύγει την ατίμωση, ο νέος σήκωσε το πώμα
της χύτρας με το ζεματιστό νερό και αυτοκτόνησε πηδώντας μέσα. Σε συγκεκριμένες
περιπτώσεις η απερισκεψία του Δημητρίου στα ερωτικά ζητήματα απέβη μέχρι και
επικίνδυνη. Για παράδειγμα, καθώς προετοιμαζόταν να χτυπήσει τα Μέγαρα, έλαβε
ένα μήνυμα από την ξακουστή για την ομορφιά της Κρατεσίπολη, σύζυγο του γιου
του Πολυπέρχοντα, η οποία επιθυμούσε να τον δει. Μαθαίνοντας πως ο Δημήτριος
είχε στήσει τη σκηνή του μακριά από τους άνδρες του, ώστε να μην γίνει
αντιληπτή η επίσκεψη της γυναίκας, ορισμένοι εχθροί του επιτέθηκαν μέσα στη
νύχτα απροσδόκητα. Ο Δημήτριος διέφυγε την τελευταία στιγμή μεταμφιεσμένος,
εντούτοις όλα του τα προσωπικά αντικείμενα έμειναν στα χέρια τους. Από την
πλευρά του ο Αντίγονος, που γνώριζε καλά την αγάπη του γιου του για τις
απολαύσεις του ποτού και του ποδόγυρου, αντιμετώπιζε τα πάντα με συγκατάβαση,
περισσότερο σαν παιδικές αταξίες, παρά σαν κάτι σοβαρό. Από τα διάφορα
περιστατικά που αναφέρει ο Πλούταρχος, φαίνεται ότι ο Αντίγονος γνώριζε καλά
πως όντας νηφάλιος και εν καιρώ καθήκοντος, ο γιος του έδειχνε μεγάλη
ενεργητικότητα και άριστες επιδόσεις, γι' αυτό και δεν ανησυχούσε. Ωστόσο
διασκέδαζε να τον πειράζει καλοπροαίρετα. Για παράδειγμα, κάποια φορά που
αναζητούσε το Δημήτριο και τον ενημέρωσαν πως ήταν άρρωστος, συνάντησε στην
πόρτα του γιου του κάποια από τις αγαπημένες του να βγαίνει. Μπήκε μέσα, κάθησε
στο πλάι του γιου του και του έπιασε το χέρι. Όταν ο Δημήτριος είπε απολογητικά
πως μόλις του έφυγε ο πυρετός, ο Αντίγονος απάντησε: «Το ξέρω, γιατί τον
συνάντησα πριν από λίγο στην πόρτα».
εκστρατεία στην Κύπρο (306 π.Χ.)
Η επόμενη αποστολή που ανέθεσε ο Αντίγονος στο Δημήτριο
αφορούσε την κατάληψη της Κύπρου, η οποία βρισκόταν στην σφαίρα επιρροής του Πτολεμαίου.
Κυβερνήτης της είχε οριστεί ο αδερφός του τελευταίου, Μενέλαος. Για να επιτύχει
τους στόχους του, ο Δημήτριος έκανε σύντομη στάση στην Καρία προκειμένου να
ζητήσει τη βοήθεια των Ροδίων στον επικείμενο πόλεμο. Η απόφαση των τελευταίων
να παραμείνουν ουδέτεροι δημιούργησε αυτόματα ψυχρότητα στις σχέσεις του νησιού
με το στρατόπεδο του Αντίγονου.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου